26 Οκτ 2013

Μερικές απλές απαντήσεις σε κάποιες από τις σπουδαιότερες απορίες της ανθρωπότητας


Κάθισε αναπαυτικά, ετοίμασε ένα ζεστό ρόφημα, τέντωσε τα πόδια σου και άνοιξε το μυαλό σου. Μετά από πολύ κόπο, ψάξιμο, διάβασμα και ανησυχητικές ποσότητες καφείνης είμαι στην ευχάριστη θέση να σου παρουσιάσω, για πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας, τις απαντήσεις στα ερωτήματα που παιδεύουν το μυαλό των σκεπτόμενων ανθρώπων για αιώνες. Ελπίζω να έχεις έναν κουμπαρά καπού εκεί δίπλα γιατί μετά το τέλος αυτού του ποστ το μυαλό σου θα είναι πολύ πιο πλούσιο απ'ότι στην αρχή του.



1. Τι είναι ο άνθρωπος?



Για χρόνια φιλόσοφοι, επιστήμονες και εκκλησιαστικοί μάχονταν για την προέλευση του ανθρώπου, τη δημιουργία του και την καταγωγή του. Τι είναι ακριβώς αυτό που μας διαφοροποιεί από τα ζώα?  Η μελέτη του DNA δε φαίνεται να βγάζει κάποια άκρη: το ανθρώπινο γονιδίωμα είναι κατά 99% πανομοιότυπο με ενός χιμπατζή. Ακόμα ακόμα είναι 50% ολόιδιο με αυτό μιας μπανάνας. Η διαφορά ίσως έγκειται στο ότι έχουμε μεγαλύτερο εγκέφαλο από τα περισσότερα ζώα –δεν έχουμε όμως τον μεγαλύτερο στη φύση, αν και έχουμε 3 φορές περισσότερους νευρώνες από ένα γορίλλα (86 δισεκατομμύρια για να είμαστε ακριβείς).

Πολλά χαρακτηριστικά που πιστεύαμε ότι μας διαφοροποιούν από τα ζώα, όπως η γλώσσα, η ικανότητά μας να χρησιμοποιούμε εργαλεία, το να αναγνωρίζουμε τον εαυτό μας στον καθρέφτη, έχουν παρατηρηθεί και σε ζώα. Ίσως το γεγονός ότι αναπτύξαμε πολιτισμό να επηρεάζει και την εξέλιξη των γονιδίων μας, και το αντίστροφο, και αυτό να είναι το καταλυτικό σημείο που μας ξεχώρισε από τα ζώα. Οι περισσότερες θεωρίες των επιστημόνων για το κομβικό σημείο όπου ο άνθρωπος διαφοροποιήθηκε από τον πίθηκο συγκλίνουν στην ικανότητα του να χειρίζεται τη φωτιά. Και μετέπειτα στην ικανότητά του για συνεργασία και για εμπορευματοποίηση των δεξιοτήτων του («ουγκ εγώ θα σου φτιάξω τη σπηλιά ουγκ εσύ θα μου φέρεις ψάρια ουγκ»). Αυτά οδήγησαν στη δημιουργία κοινωνιών και στην καταξίωση του είδους μας έναντι των άλλων ειδών.

Πολύπλοκες αναπτυγμένες κοινωνίες πάντως υπάρχουν πολλές στη φύση, από τις αγέλες των λύκων και τις κερήθρες των μελισσών μέχρι τις μυρμηγκοφωλιές. Αν μπεις σε μια μυρμηγκοφωλιά θα καταλάβεις, είναι χίλιες φορές πιο οργανωμένη από την Αθήνα (αν και εδώ που τα λέμε μέχρι κι ένα αυτοκινητιστικό δυστύχημα είναι πιο οργανωμένο από την Αθήνα). Να δεις που αν κάποια μέρα τα μυρμήγκια μάθουν να ανάβουν σπίρτα αυτό θα σημάνει το τέλος της ανθρωπότητας.


2. Πώς εμφανίστηκε η ζωή?


4 δισεκατομμύρια χρόνια πριν, μερικά απλά χημικά στοιχεία ανακατεύτηκαν μεταξύ τους και δημιουργήθηκε η αρχή της ζωής: τα πρώτα κύτταρα ικανά να αντιγράφουν τον εαυτό τους. Τόσο απλό. Κάθε κύτταρο του σώματός σου είναι πανομοιότυπο με τα υπόλοιπα. Ένα κύτταρο ενώνεται με ένα άλλο και με ένα άλλο και με άλλο μέχρι να σχηματίσουν μια ομάδα. Αυτή η ομάδα θα αποτελέσει ένα όργανο του σώματός σου, μπορεί την καρδιά, μπορεί το συκώτι, μπορεί το δέρμα σου (γιατί το δέρμα μας θεωρείται κι αυτό όργανο). Όλα αυτά τα όργανα θα συνεργαστούν για να δημιουργήσουν το σώμα σου.

Η ζωή λοιπόν, όλοι οι οργανισμοί, δεν είναι τίποτα άλλο από άρτια οργανωμένες "κοινωνίες" πανομοιότυπων κυττάρων. Τα κύτταρα που αποτελούν την καρδιά σου είναι τα ίδια με τα κύτταρα που αποτελούν το έντερό σου, απλά οργανώθηκαν για να δημιουργήσουν κάτι διαφορετικό.

Εμείς οι άνθρωποι είμαστε άρρηκτα συνδεδεμένοι με τα πρώτα τα αρχέγονα κύτταρα. Αυτά τα κύτταρα που πριν δισεκατομμύρια χρόνια αποφάσισαν πως δε θέλουν να ζουν μόνα στον έρημο πλανήτη και σκέφτηκαν να κάνουν copy paste τον εαυτό τους και να αρχίσουν να πολλαπλασιάζονται. Αλλά πώς αυτά τα χημικά στοιχειά εμφανίστηκαν στη γη και μια μέρα, ξαφνικά, αποφάσισαν να πολλαπλασιαστούν και να ενωθούν και να σχηματίσουν το πρώτο στάδιο της ζωής? Πώς δημιουργήθηκε το DNA? Με τι έμοιαζαν τα πρώτα κύτταρα? Οι επιστήμονες δε φαίνονται να συμφωνούν και ακόμα δεν υπάρχει απόλυτη απάντηση. Οι επικρατέστερες θεωρίες είναι ότι αυτά τα χημικά στοιχεία ενώθηκαν, με τέτοιο τρόπο ώστε να αναπτυχθεί ζωή, σε καυτές λίμνες δίπλα σε ηφαίστεια ή πιθανόν με μετεωρίτες που έπεσαν στη θάλασσα. Ή από το Θεό αν πιστεύεις σε αυτά.


3. Γιατί ονειρευόμαστε?


Περνάμε το ένα τρίτο της ζωής μας ροχαλίζοντας. Κι αν είσαι τεμπέλης και υπναράς μπορεί και περισσότερο. Αν αναλογιστείς πόσο πολύ χρόνο ο άνθρωπος κοιμάται, θα περίμενε κανείς ότι θα ξέραμε τα πάντα σχετικά με τον ύπνο. Αλλά οι επιστήμονες ψάχνουν ακόμα μια ακριβή εξήγηση γιατί κοιμόμαστε και ονειρευόμαστε. Οπαδοί του Φρόυντ υποστηρίζουν ότι τα όνειρα είναι εκφράσεις ανεκπλήρωτων επιθυμιών –κυρίως σεξουαλικών- ενώ άλλοι υποστηρίζουν ότι τα όνειρα είναι απλά εκπυρσοκροτήσεις ενός κοιμισμένου μυαλού.

Πρόσφατες έρευνες σε ζώα σε συνδυασμό με καινούργιες μεθόδους απεικόνισης του εγκεφάλου υποστηρίζουν ότι τα όνειρα παίζουν μεγάλο ρόλο στη μνήμη, στο να μαθαίνουμε καινούργια πράγματα και να βιώνουμε συναισθήματα. Προσωπικά, πάντα πίστευα ότι τα όνειρα είναι απλά μια μικρή παρενέργεια από το defragment που κάνει κάθε βράδυ ο εγκέφαλός μας στο σκληρό δίσκο του.


4. Είναι η λευκή φυλή ανώτερη από τη μαύρη?


Κοίτα, καταλαβαίνω ότι μερικοί άνθρωποι είναι περήφανοι που είναι λευκοί. Σου αρέσει αυτό το λευκό ελαστικό κάλυμμα για τα σπλάχνα και τα κόκαλά σου. Το επιδεικνύεις καθώς βγαίνεις βόλτα στα μαγαζιά, το θαυμάζεις καθώς το κοιτάς μέσα από την αντανάκλαση των βιτρινών. Είναι λίγο ξενέρα που καμιά φορά καίγεσαι στον ήλιο, εγώ ας πούμε παθαίνω έγκαυμα μόνο και μόνο από το φως της τουαλέτας αν κάτσω πολύ ώρα χωρίς μπλούζα. Αλλά και πάλι το να είσαι λευκός είναι πολύ καλύτερο από οποιοδήποτε άλλο χρώμα δέρματος, έτσι δεν είναι?

Όπως επίσης και τα πράσινα Smarties είναι καλύτερα από όλα τα υπόλοιπα Smarties.
Κανένας άνθρωπος με σώας τας φρένας δε θα στερούσε από ένα πράσινο smartie το δικαίωμα να πανηγυρίζει για το ότι είναι πράσινο. Και τι θα πείραζε αν ένα γκρουπ από πράσινα smarties οργανώνονταν και έκαναν παρελάσεις πράσινης περηφάνιας? Θα ήταν άραγε υπερβολικό αν τα πράσινα smarties ζητούσαν να ξεκουμπιστούν τα smarties των άλλων χρωμάτων από το χάρτινο σωληνάριο στο οποίο βρίσκονται όλα στοιβαγμένα? Πώς έχει κάποιος την απαίτηση τα πράσινα smarties να συμβιώσουν με τα κίτρινα smarties ας πούμε? Ή με τα ροζ smarties αν έχεις το θεό σου? Κι αν ψάξεις λίγο την ιστορία θα δεις ότι τα πράσινα smarties είναι αυτά που μπήκαν πρώτα στο σωληνάριο οπότε δικαιωματικά σε αυτά ανήκει όλος ο χώρος του σωληναρίου, ποιός θα μπορούσε να το αρνηθεί αυτό? Τα πράσινα smarties θα κάνουν κουμάντο από δω και στο εξής, πάει και τελείωσε.

Με την ίδια λογική η λευκή φυλή είναι ανώτερη από όλες τις άλλες.

Το χρώμα του δέρματος ενός ανθρώπου το μόνο που αποκαλύπτει είναι τη θέση του ήλιου στο μέρος όπου γεννήθηκαν οι πρόγονοί του. Στην Αφρική οι άνθρωποι είναι μαύροι γιατί η επίδραση της ηλιακής ακτινοβολίας είναι πιο έντονη εκεί. Για τους μελαμψούς ισχύει κάτι παρόμοιο. Οι ξασπρουλιάρηδες έχουν την ατυχία να βλέπουν πάντα συννεφιά. Ένας λευκός έχει τόσες διαφορές από ένα μαύρο όσες και μια λευκή αρκούδα από μια καφέ αρκούδα..

Αν το μόνο για το οποίο είσαι περήφανος είναι το χρώμα του δέρματός σου, τότε το δέρμα από μόνο του είναι μια φυλακή. Ο ρατσισμός δεν είναι τίποτα άλλο από μια μίξη φόβου και οργής εκδηλωμένη προς μια τελείως λανθασμένη κατεύθυνση.


5. Θα βρεθεί φάρμακο κατά του καρκίνου?


Η σύντομη απάντηση είναι όχι. Ο καρκίνος δεν είναι μια απλή ασθένεια, δεν έχει ένα αίτιο και μία θεραπεία, είναι συνδυασμός πολλών πραγμάτων και όπως έλεγε κι ένας καθηγητής μου στην Παθολογία «κάθε καρκίνος σε κάθε έναν ασθενή είναι διαφορετικός», μια φράση που χαρακτηρίζει απόλυτα την πολυπλοκότητα και την ιδιαιτερότητα της ασθένειας.

Ο καρκίνος υπάρχει από την εποχή των δεινοσαύρων και προκαλείται από τρελαμένα κύτταρα που πολλαπλασιάζονται από μόνα τους χωρίς σταματημό. Κι επειδή όπως έμαθες και στην ερώτηση 2, όλοι οι οργανισμοί είναι συνδεδεμένοι με τα πρώτα κύτταρα της δημιουργίας, δηλαδή με αυτά τα πρώτα κύτταρα που έμαθαν να διπλασιάζονται και δημιούργησαν τη ζωή, αυτός ο διπλασιασμός των κυττάρων που πριν εκατομμύρια χρόνια έφτιαξε τη ζωή, αυτός ο ίδιος όταν γίνεται ανεξέλεγκτα δημιουργεί τον καρκίνο. Οπότε η ασθένεια αυτή είναι εντυπωμένη μέσα μας από την αρχή της δημιουργίας. Όσο πιο πολύ ζούμε, τόσο πιο μεγάλος ο κίνδυνος να πάει κάτι στραβά.

Να ξέρεις όμως ότι περίπου οι μισοί καρκίνοι -3,7 εκατομμύρια περιστατικά το χρόνο παγκοσμίως- θα μπορούσαν να αποφευχθούν αν σταματούσαμε το κάπνισμα, τρώγαμε υγιεινά, αθλούμασταν, δεν αγχωνόμασταν και δεν εκτιθόμασταν υπερβολικές ώρες στην ηλιακή ακτινοβολία.


6. Η ομοφυλοφιλία είναι ενάντια στη φύση του ανθρώπου?


Πρέπει να είναι απαίσιο να είσαι ομοφοβικός. Να είσαι αναγκασμένος να σκέφτεσαι όλη μέρα τι κάνουν οι γκέι μεταξύ τους και με τα γεννητικά τους όργανα. Να το βλέπεις στο μυαλό σου ξανά και ξανά, σε high-definition, με κοντινά αηδιαστικά πλάνα. Αυνανίζεσαι γενναία προσπαθώντας να διώξεις τις εικόνες από το μυαλό σου αλλά τίποτα. Είναι εντυπωμένες εικόνες των γκέι μέσα στις μεμβράνες του εγκεφάλου σου. Κάθε φορά που κλείνεις τα μάτια ένα φανταστικό πέος ενός φανταστικού γκέι ξεπροβάλλει από το σκοτάδι, πλησιάζοντας αργά και απειλητικά προς την κατεύθυνσή σου, γελώντας, κοροϊδεύοντας, καγχάζοντας. Πώς τολμάνε οι γκέι να στο κάνουν αυτό?

Προφανώς δε μπορείς να πολεμήσεις με τίποτα το μεγάλο γκέι πέος που έχει στοιχειώσει το μυαλό σου. Δεν έχει φυσική μορφή οπότε δε μπορείς να το αρπάξεις, να το σφίξεις, να το ταρακουνήσεις μέχρι να κορυφώσετε μαζί και να βάλεις έτσι ένα τέλος στη φρικτή φαντασίωση. Οπότε κάνεις το επόμενο μοναδικό πράγμα που μπορείς να κάνεις. Καταδικάζεις τους ομοφυλόφιλους στην κανονική ζωή. Αν σταματούσαν να είναι γκέι για λίγο, ίσως μπορούσες να σβήσεις από το μυαλό σου τη φοβία σου μήπως είσαι κι εσύ. Διαμαρτύρεσαι κατά των γάμων μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου. Με ποιό δικαίωμα να παντρεύονται? Να τους βλέπεις να κυκλοφορύν ελέυθερα χέρι-χέρι και να σου θυμίζουν πόσο σου αρέσουν τα αντρικά πέη? Κι αν τα παιδιά σου τους δουν και αρχίσουν κι αυτοί να φαντασιώνονται όπως κι εσύ? Όχι, πρέπει να εξαφανιστούν.
Πρέπει να είναι απαίσιο να είσαι ομοφοβικός.

Από τη στιγμή που η ομοφυλοφιλία εμφανίστηκε από μόνη της στη φύση, είναι φυσιολογική. Η ομοφυλοφιλία έχει παρατηρηθεί στα ζώα κατά κόρον, θα έχεις πετύχει σκυλιά του ίδιου φύλου να προσπαθούν να τη βρουν μεταξύ τους. Ό,τι υπάρχει στη φύση είναι φυσιολογικό, το αν αντιβαίνει τις καθιερωμένες νόρμες της εκάστοτε κοινωνίας αυτό είναι άλλο θέμα. Είτε σαν μέτρο ελέγχου του υπερπληθυσμού, είτε μια απλή μετάλλαξη στο DNA, είτε μια διαφορετική ανατροφή ενός παιδιού, όποιο λόγο και να είχε η φύση, την ομοφυλοφιλία την έχει διατηρήσει. Όσο δεν προσβάλλει σαν θέαμα σε δημόσιους χώρους (το να απαυτώνονται δύο γκέι στο βαγόνι του μετρό είναι το ίδιο προσβλητικό με το να απαυτώνονται δύο στρέιτ) δε θα έπρεπε να δέχεται τόση κατακραυγή.

Η αλήθεια είναι ότι μια οικογένεια πρέπει να έχει σωστά πρότυπα γονέων και των δύο φύλων. Αλλά η φύση και η εξέλιξη έχει διατηρήσει το φαινόμενο των γκέι, το να προσπαθείς να το καταπιέσεις είναι το μη φυσιολογικό. Βέβαια το να μιλάς για φύση και εξέλιξη σε έναν ομοφοβικό είναι μάταιο, αυτοί δεν ακούνε κανέναν άλλον ήχο εκτός από το εκκωφαντικό καλπασμό τεράστιων ανδρικών μορίων που τρέχουν καταπάνω τους μέσα στο τρομαγμένο σαστισμένο τους μυαλό.


7. Να συνεχίσω να τρώω κρέας ή να γίνω χορτοφάγος?


Από την αρχή της ιστορίας ο άνθρωπος έκανε συνεχώς σφάλματα όσον αφορά στα θέματα της ισότητας, σφάλματα τα οποία μετάνιωνε οικτρά αργότερα. Σκέψου, στην αρχή είχαμε: όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι, εκτός από τους σκλάβους φυσικά. Στην πορεία έγινε, όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι, εκτός από τους μαύρους φυσικά. Ουπς, κι αυτό έπρεπε να αλλάξει, όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι, εκτός από τις γυναίκες φυσικά. Θέλω να πω, δεν αναρωτιέσαι έστω και λίγο τι μπορεί να κάνουμε λάθος στη σημερινή εποχή? Μήπως αυτό που κάνουμε λάθος σήμερα είναι ότι θεωρούμε πως όλες οι ζωές είναι ίσες,… εκτός από των ζώων φυσικά?

Είναι λίγο απλοϊκό το παραπάνω παράδειγμα κι εδώ που τα λέμε το να συγκρίνεις την ανθρώπινη καταπίεση με τα δικαιώματα των ζώων είναι κάπως τραβηγμένο, αλλά μήπως δεν το έχουμε σκεφτεί καλά το όλο θέμα?


8. Γιατί οι άνθρωποι κάνουν κακές πράξεις?


Τον Ιούλιο του 1961 ο Stanley Milgram ένας καθηγητής ψυχολογίας στο πανεπιστήμιο του Γέιλ διεξήγαγε ένα πείραμα. Ήθελε να δει πόσο πρόθυμοι θα ήταν οι συμμετέχοντες να υπακούσουν σε έναν ανώτερο και να προβούν σε πράξεις που έρχονταν σε αντίθεση με τη συνείδησή τους. Έφτιαξε ένα δωμάτιο στο οποίο βρισκόταν ο ανυποψίαστος συμμετέχοντας μαζί με ένα τύπο με άσπρη ποδιά που υποτίθεται πως ήταν υπεύθυνος για όλο το πείραμα, ήταν ο "ανώτερος". Με απλές προστακτικές εντολές ο ανώτερος διέταζε τον συμμετέχοντα να πατά ένα κουμπί το οποίο έστελνε ηλεκτρισμό σε έναν άνθρωπο στο διπλανό δωμάτιο. Οι κραυγές πόνου και διαμαρτυρίας του ανθρώπου που δεχόταν τον ηλεκτρισμό έφταναν στα αυτιά του συμμετέχοντα, ήξερε δηλαδή ότι κακοποιεί έναν άνθρωπο. Η συντριπτική πλειοψηφία συνέχισε να πατάει το κουμπί, υπακούοντας πειθήνια στον ανώτερο αγνοώντας τις φωνές πόνου, οι οποίες μπορεί μεν να τους αναστάτωναν αλλά δεν τους απέτρεπαν από το να συνεχίσουν.

Ο ανώτερος φορούσε μόνο μια άσπρη ποδιά και χρησιμοποιούσε μόνο απλές φράσεις όπως, σε παρακαλώ συνέχισε, είναι απαραίτητο για το πείραμα να συνεχίσεις, το πείραμα σε χρειάζεται να συνεχίσεις, δεν έχεις άλλη επιλογή παρά να συνεχίσεις. Υπακούοντας σε αυτές τις εντολές οι περισσότεροι συμμετέχοντες βασάνιζαν το συνάνθρωπό τους, χωρίς να ζητάνε περαιτέρω εξηγήσεις.

Οι άνθρωποι λοιπόν, αν εξαιρέσουμε τις ψυχοπαθολογικές συμπεριφορές και τους εγκληματίες, προβαίνουν σε κακές πράξεις απλά επειδή υπακούν σε κάποια αρχή ή μορφή εξουσίας, χωρίς να το έχουν πολυσκεφτεί.

Μια άλλη εξήγηση έρχεται από ένα βρετανό ανθρωπολόγο τον Robin Dunbar. Ο Dunbar έκανε μελέτες στις σχέσεις των ανθρώπων μεταξύ τους σε συνδυασμό με περιοχές του εγκεφάλου τους και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι κάθε άνθρωπος μπορεί να συναναστραφεί κοινωνικά με ένα μέσο όρο 150 ανθρώπων. Με 150 άτομα περίπου ο καθένας μας μπορεί να κάνει παρέα, να συνεργαστεί, να προσπαθήσει να ξαναεπικοινωνήσει σε περίπτωση που έχουν χαθεί, να πάει για καφέ ή να κάνει τσατ στο ίντερνετ. Τόσους αντέχει να δεχτεί το ανθρώπινο μυαλό.

Τα υπόλοιπα δισεκατομμύρια ανθρώπων που δεν ανήκουν στην ομάδα των 150 δε μας ενδιαφέρουν. Δε δίνουμε δεκάρα ακόμα κι αν τους χτυπήσει μετεωρίτης σήμερα κιόλας. Ο ζητιάνος στο δρόμο?, πφ δεν είναι γνωστός μας, τον προσπερνάμε χωρίς δεύτερη ματιά. Ο Πακιστανός? να γυρίσει γρήγορα στη χώρα του. Ο γείτονας? φασαριόζος, να ξεκουμπιστεί να ησυχάσουμε. Οι ολυμπιακοί? να πνιγούν όλοι στο λιμάνι τους. Οι ευρωπαίοι? κρυόκωλοι φλώροι. Οι μαύροι? πίθηκοι. Οι κινέζοι? κιτρινιάρηδες.

Είναι τόσο δύσκολο να συμπονέσουμε παραπάνω από 150 άτομα. Ακόμα κι αν δεις κάποιον άγνωστο  σε σένα άνθρωπο να υποφέρει, κι αυτό σε στεναχωρήσει και σε αναστατώσει, κατά πάσα πιθανότητα δε στεναχωριέσαι για τον συγκεκριμένο άγνωστο άνθρωπο αλλά υποσυνείδητα έχεις βάλει τον εαυτό σου ή κάποιον οικείο σου στη θέση του και γι’αυτό κλονίστηκες.

Παιδιά πεθαίνουν στην Αφρική αυτή τη στιγμή που μιλάμε και δε δίνει κανείς δεκάρα, πώς είναι δυνατόν? Το i-phone που αγόρασες και είναι μια μαλακία και κάνει 800 ευρώ, αν το πούλαγες θα εμβολιάζονταν 800 παιδάκια στην Αφρική. Θα σωζόντουσαν 800 ζωές. Κάθε μέρα που περνάει και εξακολουθείς να μην πουλάς το i-phone σου είναι σαν να σκοτώνεις 800 παιδάκια. Σόρι, αλλά οι αριθμοί μιλάνε από μόνοι τους. i-Δολοφόνε!
Μια ενδιαφέρουσα θεωρία που είχα διαβάσει πρόσφατα ονόμαζε τις έρευνες του Dunbar σαν το φαινόμενο Βαβέλ. Θυμάσαι την ιστορία στην Παλαιά Διαθήκη, που ήθελαν οι άνθρωποι να χτίσουν έναν πύργο που να φτάνει το Θεό και ο Θεός για να τους τιμωρήσει τους έκανε να μιλάνε διαφορετικές γλώσσες και μετά δε μπορούσαν να συνεννοηθούν και δε χτίστηκε ποτέ? Η θεωρία λέει πως η «κατάρα» δεν ήταν οι πολλές διαφορετικές γλώσσες, αλλά ο αριθμός Dunbar  η ανικανότητά μας να συμπάσχουμε με περισσότερα από περίπου 150 άτομα.

Η αδυναμία μας να συμπονέσουμε και να δούμε σαν ισότιμους στη ζωή, τους υπόλοιπους συνανθρώπους μας, είναι ίσως ο λόγος που όλοι τρώγονται και τσακώνονται μεταξύ τους. ΚΚΕ-χρυσαυγίτες, συριζαίοι-νεοδημοκράτες, παναθηναϊκοί-ολυμπιακοί, ηρακλιώτες-χανιώτες, ξανθές-μελαχρινές, άσπροι-μαύροι, στρειτ-γκει, Λάρισα-Βόλος. Δεν είναι οι διαφορετικές απόψεις η αιτία της διαμάχης, είναι η κατάρα μας να θέλουμε να εντασσόμαστε υποσυνείδητα σε μια ομάδα 150 ατόμων και να πολεμάμε όλους τους υπόλοιπους.

Ο αριθμός 150 είναι απλά ο μέσος όρος, δεν είναι απόλυτος. Σύμφωνα με τη θεωρία του Dunbar ια άλλους ανθρώπους ο αριθμός αυτός των οικείων ανθρώπων μπορεί να είναι πολύ πιο μικρός και για άλλους πολύ μεγαλύτερος.


9. Γιατί μας αρέσουν τα θρίλερ?


Κάθεσαι στον καναπέ του σπιτιού σου και βλέπεις ένα θρίλερ. Το οπτικό νεύρο του ματιού σου λαμβάνει από την οθόνη την εικόνα του δολοφόνου με το μπαλτά και τη μεταφέρει στον εγκέφαλό σου για να την επεξεργαστεί. Ο εγκέφαλος με τη σειρά του εκτελεί δύο διεργασίες. Μια αργή και μία γρήγορη. Στην πρώτη διεργασία, την αργή, ο πρόσθιος λοβός σου αξιολογεί την απειλή, συνειδητοποιεί ότι βλέπεις απλά μια ταινία, ότι ο δολοφόνος είναι απλά ένας ηθοποιός κι ότι εδώ που τα λέμε το μεικ-απ του δεν τον κάνει και τόσο τρομακτικό.

Στη δεύτερη διαδικασία όμως, η οποία είναι πολύ πιο γρήγορη, την εικόνα του δολοφόνου την επεξεργάζεται η αμυγδαλή, μια περιοχή του εγκεφάλου που μοιάζει με αμύγδαλο και ασχολείται με τα έντονα συναισθήματα. Η αμυγδαλή ως πιο «γρήγορη» ενεργοποιεί το μηχανισμό «πάλης ή φυγής», το γνωστό και fight or flight, σε περίπτωση που η απειλή είναι αληθινή. Μέσα σε κλάσματα δευτερολέπτου έχει απελευθερώσει γύρω στις 30 διαφορετικές ορμόνες για να σε προετοιμάσουν για δράση. Αναπνέεις γρηγορότερα λαμβάνοντας περισσότερο οξυγόνο, η παραγωγή ινσουλίνης αναστέλλεται ώστε ο εγκέφαλος να δεχτεί περισσότερη γλυκόζη και να υπερλειτουργήσει, η καρδιά χτυπάει πιο γρήγορα για να στείλει αίμα στους μύες και να είναι σε ετοιμότητα να σε προστατεύσουν.

Μέχρι ο «αργός» πρόσθιος λοβός να καταφέρει να ηρεμήσει τη «γρήγορη» υστερική και φοβιτσιάρα αμυγδαλή εσύ: έχεις ιδρώσει με κρύο ιδρώτα για να «δροσιστεί» το σώμα σου από την υπερβολική αιμάτωση που προκάλεσε η ταχύπαλμη καρδιά , έχεις χλωμιάσει, και οι κόρες των ματιών σου έχουν διασταλεί για να μπορέσεις να διακρίνεις περισσότερους κινδύνους στο σκοτάδι, ενώ περισσότερες λειτουργίες όπως η πέψη έχουν πάψει να λειτουργούν για μη δεσμεύσουν ενέργεια από άλλες σημαντικότερες. Αφού γίνουν όλα αυτά, έρχεται μετά ο πρόσθιος λοβός και στα εκλογικεύει λέγοντας «έλα παιδιά χαλαρώστε, μια ταινία είναι, chill».

Ένας λόγος λοιπόν που μας αρέσει να τρομάζουμε είναι ότι τη βρίσκουμε με αυτό το κοκτέιλ ορμονών και την έντονη διέγερση και ετοιμότητα που μας προκαλούν, σε συνδυασμό με την καθησυχαστική αίσθηση ανακούφισης που έρχεται μετά, ότι όλα οκέι, μια ταινία είναι μόνο. Κι αν προσθέσεις σε αυτά και την έκλυση ενδορφινών και ντοπαμίνης, αναλγητικές κατά κύριο λόγο ορμόνες που προκαλούν ευφορία –και οι οποίες είναι ένας μηχανισμός άμυνας του οργανισμού που βρίσκεται σε κατάσταση συναγερμού για να αντιμετωπίσει ένα επικείμενο και πιθανώς επώδυνο χτύπημα από το πράγμα που σε τρόμαξε (ο οποίος τελικά πόνος δεν έρχεται ποτέ και μένει μόνο η αναλγητική μαστούρα των ενδορφινών)- καταλαβαίνεις γιατί τη βρίσκουμε τόσο πολύ με το να μας τρομάζουν.

Ο πρόσθιος λοβός του εγκεφάλου που ασχολείται με την εκλογίκευση του ερεθίσματος που μας τρόμαξε δεν είναι ιδιαίτερα αναπτυγμένος στα παιδιά και γι’αυτό τα παιδιά τρομάζουν πιο εύκολα. Τα θρίλερ λοιπόν είναι ωραία μόνο για τους ενήλικες. Κι αν μερικοί ενήλικες τρομάζουν ακόμα με θρίλερ τότε σημαίνει ότι είναι ακόμα παιδιά!

Ή φλώροι.


10. Ροχαλίζουν τα ζώα?


Το ροχαλητό συμβαίνει όταν οι μαλακοί ιστοί στο λάρυγγα ή στη μύτη μπλοκάρουν τους αεραγωγούς σου και καθώς αναπνέεις με δύναμη κατά τη διάρκεια του ύπνου, ο αέρας τους κάνει να πάλλονται και να χτυπάνε μεταξύ τους, δημιουργώντας έτσι τον χαρακτηριστικό ήχο του ροχαλητού. Προσωπικά έχω δει σκύλο να κοιμάται στο δρόμο και να ροχαλίζει. Προφανώς τον έδιωξε η γυναίκα του από το κρεβάτι γιατί δεν άντεχε άλλο. Τα θηλαστικά γενικά είμαστε τα μόνα ζώα που ροχαλίζουν, κι αυτό συμβαίνει εξαιτίας της κοινής δομής του προσώπου και του τραχήλου μας. Έχουμε κοινά χαρακτηριστικά γιατί λόγω αυτών μπορούμε και θηλάζουμε.

Τα ψάρια δε ροχαλίζουν, γιατί αναπνέουν μέσα από τα βράγχια. Και ναι, τα ψάρια κοιμούνται.


11. Είναι οι πρόσφατες ταινίες του Μπάτμαν η καλύτερη μεταφορά ήρωα κόμικ στη μεγάλη οθόνη?


Η σύντομη απάντηση είναι όχι. Η μακροσκελής απάντηση είναι φυσικά και όχι, ήρθα να δω ταινία με σούπερ-ήρωα όχι να  πέσω σε κατάθλιψη. Αν πήγαινες στα Village, μαζί με το εισιτήριο σου και το κουπόνι για τα Fridays, θα σου έδιναν και μια συνταγή για αντικαταθλιπτικά. Οι ταινίες του Νόλαν με τον Μπάτμαν είναι υπερβολικά βαριές και πομπώδεις.  Δε λέω, έχουν αρκετές υπερ-γαμάτες σκηνές αλλά ντάξει, ριλάξ λιγάκι. Το να ονομάζεις τον Μπάτμαν Σκοτεινό Ιππότη είναι σαν να λες τον Παπα-Στρούμφ Μπλε Πατριάρχη: δεν ξεγελάς κανέναν. Η ιστορία του Μπάτμαν είναι μια παιδική ιστορία για ένα δισεκατομμυριούχο που ντύνεται σαν νυχτερίδα και ρίχνει μπουνιές στη μύτη εγκληματιών. Το να τον βάζεις ντυμένο με τα πέτσινα και τη μπέρτα να συζητά σοβαρά σε ταράτσες μπροστά σε ένα μουντό σκηνικό, με δυστυχισμένους συμπρωταγωνιστές και παντού στην πόλη από κάτω να κυκλοφορεί μιζέρια, δυστυχία και εγκληματίες, μου δημιουργεί σχιζοφρένεια, δεν ξέρω αν πρέπει να κλάψω ή να γελάσω.



12. Είναι οι μπανάνες ραδιενεργές?



Οι μπανάνες είναι πλούσιες σε κάλιο(potassium) το οποίο είναι απαραίτητο σε πολλές βιολογικές διεργασίες  που γίνονται μέσα στο σώμα μας όσο εμείς ανυποψίαστοι κυκλοφορούμε σε αυτό τον πλανήτη με τα παράξενα κουρέματά μας και τα άβολα παπούτσια μας. Όμως κάποια από τα άτομα του καλίου είναι ραδιενεργά –δηλαδή όταν διασπώνται εκπέμπουν βήτα και γάμα ακτινοβολία. Αυτό είναι ευρέως αποδεκτό από όλη την επιστημονική κοινότητα, δεν είναι αστικός μύθος. Η δημοτικότητα μάλιστα της μπανάνας σαν μονάδα μέτρησης της ακτινοβολίας οδήγησε στη δημιουργία του BED(Banana Equivalent Dose) δηλαδή την Ισοδύναμη Δόση Μπανάνας για να μετράμε τη ραδιενέργεια. Έτσι μια έκθεση σε ραδιενεργά υλικά μετριέται σε κλίμακα από το χαμηλότερο που είναι μια μπανάνα έως το μεγαλύτερο που είναι το πυρηνικό ολοκαύτωμα.  

Για να πάρεις μια ιδέα για τη ραδιενέργεια της μπανάνας αναλογικά, η διαρροή στο πυρηνικό εργοστάσιο της Φουκοσίμα ήταν ισοδύναμη με 75 εκατομμύρια μπανάνες. Αν φας γύρω στις 200 μπανάνες θα δεχτείς ακτινοβολία όση μια ακτινογραφία θώρακος!


23 Οκτ 2013

Τίποτα πια δε μπορείς να εμπιστευτείς στις μέρες μας. Ούτε καν τα βαμπίρ.





Μέχρι πριν μια βδομάδα το μόνο που ήξερα για τις ταινίες Twilight, ήταν ότι επρόκειτο για μια ερωτική ιστορία φαντασίας φτιαγμένη για έφηβες, κάτι που από μόνο του αρκούσε να με κάνει να μην θέλω να τις δω. Πρόσφατα, εκεί που έψαχνα ταινίες -κατά προτίμηση θρίλερ αλλά κάπως girl-friendly για να μπορώ να τις δω με το κορίτσι- στις λίστες που έβρισκα στο ίντερνετ έπεφτα συνέχεια πάνω στο Twilight. Έψαξα λίγο παραπάνω την πλοκή των ταινιών και κατάλαβα ότι ήταν πολύ χειρότερο απ’ότι είχα φανταστεί.

Το κεντρικό θέμα των ταινιών υποτίθεται πως είναι η εγκράτεια, η σεξουαλική αποχή από το σεξ. Η ηρωίδα, η Μπέλα, σε 4 τρίωρες ταινίες προσπαθεί να αποφασίσει αν θέλει να χάσει την παρθενιά της από ένα βαμπίρ ή ένα λυκάνθρωπο. Προφανώς, δε μπορεί να βγει ένα απλό ραντεβού με τον ένα και μετά με τον άλλο, ώστε να αποφασίσει με την ησυχία της, όπως θα έκανε κάθε φυσιολογικός άνθρωπος. Ούτε δυστυχώς μπορεί να πάει στο κρεβάτι και με τους δύο ταυτόχρονα, κάτι που πίστεψέ με θα βελτίωνε την ταινία.

Κάπου διάβασα ότι οι κριτικοί παρόλο που έθαψαν τα βιβλία της συγγραφέως στα οποία βασίστηκαν οι ταινίες, επιβράβευσαν το κρυφό μήνυμα της εγκράτειας που προσπαθούσε να περάσει στα νέα κορίτσια, το «μην του κάτσετε πριν το γάμο» υποβόσκων νόημα, κάτι πολύ παράξενο αν σκεφτείς ότι σε 3 βιβλία η ανήλικη πρωταγωνίστρια προσπαθεί να αποφασίσει αν θα πηδηχτεί με ένα λύκο ή μια νυχτερίδα. Η Μπέλα δεν εκδηλώνει κανένα ενδιαφέρον για φυσιολογική ανθρώπινη επαφή με ένα φυσιολογικό άνθρωπο, που να μην κουβαλάει κάποια αρχαία κατάρα. Όχι, ή θα είναι μαγικά φανταστικά πλάσματα βγαλμένα από την κόλαση ή τίποτα γι’αυτήν. 

Κι απ’ότι κατάλαβα διαλέγει τη νυχτερίδα στο τέλος, τη χειρότερη δυνατή επιλογή, μιας και αφού είναι βαμπίρ, δεν είναι μια απλή νυχτερίδα αλλά μια 200 χρόνων νυχτερίδα και μάλιστα μισοπεθαμένη. Αν σκεφτείς ότι η Μπέλα ξεκινά τις ταινίες όντας ανήλικη, η διαφορά ηλικίας με το μορφονιό-βαμπίρ είναι κάπου 180 χρόνια, περίπου όση έχει κι ο Τσοχατζόπουλος με τη νυν γυναίκα του. Ειλικρινά, αν στο τέλος της τέταρτης ταινίας δεν έχουν μια μισάωρη ερωτική σκηνή με την Μπέλα στο νυφικό κρεβάτι να τρίβει το ζαρωμένο αποσυντιθέμενο κουφάρι μιας νυχτερίδας πάνω στα γεννητικά της όργανα πρέπει όλοι θεατές να κάνουν κατάληψη στα ταμεία των σινεμά και να ζητήσουν τα λεφτά τους πίσω.

Οπότε αν δεν μποϋκοτάρεις τις ταινίες λόγω του αηδιαστικού παιδόφιλου-νεκρόφιλου-κτηνοβατικού θέματός τους, πρέπει να τις μποϋκοτάρεις για το ότι καταστρέφουν την εικόνα των βαμπίρ και τα παρουσιάζουν σαν άκακα αγοράκια με απαλό δέρμα και λακ στο μαλλί που βγάζουν γκλίτερ στο ηλιόφως. 

Βαμπίρ στο Twilight όταν λούζεται με φως

Μαρτάκης όταν λούζεται


Αν ήμουν ο σκηνοθέτης της ταινίας σίγουρα θα σκεφτόμουν ότι κάτι έκανα λάθος αν ο Μαρτάκης είναι πιο τρομακτικός από ένα βρυκόλακα.


Με την παρακάτω σύντομη αναδρομή-σύγκριση θα καταλάβεις γιατί τα βαμπίρ είναι οι καλύτεροι μεταφυσικοί «κακοί» όλων των εποχών και είναι ιεροσυλία να τους εκ-φλωρεύουν. Οι βρυκόλακες είναι καλύτεροι από:



Τα φαντάσματα. Στις πιο φιλόδοξες στιγμές του ένα φάντασμα το πολύ πολύ να εμφανιστεί ξαφνικά στο δωμάτιό σου ενώ κοιμάσαι, με τη μορφή ενός φωσφοριζέ ολογράμματος της μορφής που είχε πριν πεθάνει και να παραπονιέται για τις συνθήκες του θανάτου του, ειδικά αν το σκότωσες εσύ. Αλλά αυτό είναι το χειρότερο που μπορεί να κάνει ένα φάντασμα: να παραπονιέται μάταια για την ατυχία του, σαν κάποιον που τηλεφωνεί στο τμήμα παραπόνων της Forthnet να γκρινιάξει γιατί αργεί η 24-άρα σύνδεση στο ίντερνετ (κάτι που πρόκειται να κάνω εγώ παρεμπιπτόντως).

Πολλές φορές τα φαντάσματα δε μπορούν να κάνουν ούτε καν αυτό, να εμφανιστούν δηλαδή μπροστά σου την ώρα που σηκώνεσαι για κατούρημα μες στη νύχτα. Αντ’αυτού κάνουν μικρούς θορύβους, κοπανάνε καμιά πόρτα ή σου ρίχνουν τα κατσαρολικά από το ράφι. Πφ, οι γείτονές μου είναι πολύ χειρότεροι απ’αυτό. Ακριβώς πάνω από το διαμέρισμά μου μένει μια οικογένεια Αλβανών που κάνουν χειρότερη φασαρία κι από χρυσαυγίτες σε διαδήλωση του ΚΚΕ. Καθημερινά ακούω ποδοβολητά, κοπανήματα και χοροπηδητά τόσο δυνατά που για κάποιες μέρες πίστευα ότι τα παιδιά τους είχαν ανακαλύψει στη ντουλάπα τους τον κόσμο της Νάρνια και έδιναν την τελευταία μάχη εναντίον των Καλορμίνων. Ευχαρίστως θα τους αντάλλαζα με ένα φάντασμα. Ακόμα κι αν το φάντασμα περνούσε κάθε τρεις και λίγο μέσα από τοίχους και προσπαθούσε να μου παγώσει το αίμα με κάθε του βλέμμα, θα ήταν προτιμότερο από τους γείτονές μου.




Τα ζόμπι. Τα ζόμπι –πτώματα με μηδενική νοημοσύνη που επανήλθαν στη ζωή και έχουν μια απίστευτη πείνα για ανθρώπινα μυαλά- είναι πολύ ενδιαφέροντες «κακοί» λόγω της έξυπνης αλληγορίας που παρουσιάζουν για τον αέναο καταναλωτισμό και την κανιβαλιστική σύγχρονη κοινωνία όπου ο ένας «τρώει» τον άλλο. Είναι επίσης και μια εκπληκτική μετεξέλιξη του μύχιου φόβου της ανθρωπότητας για την εξάπλωση θανατηφόρων ιών. Μόνο που για να κολλήσεις τον ζόμπι-ιό δεν αρκεί να φταρνιστεί κάποιος στο αυτί σου σε ένα γεμάτο λεωφορείο. Θα πρέπει το λιγότερο να σου δαγκώσει την καρωτίδα.

Αλλά τα ζόμπι είναι απλά αυτό: άμυαλα πεινασμένα πτώματα που κινούνται σαν συγκαμένα. Πιο επιθετικούς πεινασμένους ανθρώπους έχω δει στα σουβλατζίδικα της γειτονιάς μου. Αν ξεσπάσει επιδημία ζόμπι, αρκεί να κλειδωθείς σπίτι σου παρέα με τις κονσέρβες σου και τη συλλογή σου με τα dvd και μια χαρά θα επιβιώσεις.




Τις μούμιες. Οι μούμιες στην ουσία είναι ζόμπι τυλιγμένα σε ιατρικές γάζες. Στη σύγχρονη εποχή, τη μούμια του Τουταγχαμών άνετα θα τη μπέρδευες με έναν ασθενή του ΚΑΤ ύστερα από τροχαίο. Έχοντας καλυμένο όλο το σώμα, ακόμα και το στόμα τους, το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι να τριγυρίζουν αργά από δω κι από κει με τα χέρια τεντωμένα προσπαθώντας να σε αγκαλιάσουν μέχρι θανάτου. Είναι γελοία μη απειλητικές. Μόνο αν είχαν στύση θα μπορούσαν να μοιάζουν πιο επικίνδυνες. Αλλά το ίδιο θα συνέβαινε και με τον Μίκυ Μάους.



Οι μανιακοί δολοφόνοι. Οκέι, οι μανιακοί δολοφόνοι στην πραγματική ζωή είναι αρκετά τρομακτικοί. Αλλά εμείς μιλάμε για τις ταινίες, και στις ταινίες οι μανιακοί δολοφόνοι παρουσιάζονται σαν εκλεπτυσμένα και καλλιεργημένα άτομα, που πίνουν ακριβά κόκκινα κρασιά και απαγγέλουν στίχους του Σέξπηρ και ατάκες του Όσκαρ Ουάιλντ. Τι στην ευχή είσαι, δολοφόνος που διψάει για αίμα χωρίς αιτία ή ο Αλέξης Κωστάλας στο δεύτερο πρόγραμμα της ΕΡΤ? Οι μανιακοί της προκοπής απολαμβάνουν να ξεκοιλιάζουν ανθρώπους, δε ψάχνουν να βρουν ευχαρίστηση κι ενδιαφέρον παίζοντας παιχνίδια ποντικιού-γάτας με τον χωρισμένο αλκοολικό ντετέκτιβ που τους κυνηγά. Άσε τα τερτίπια και πήγαινε στραγγάλισε ανθρώπους αλλιώς χέστο. Γίνε μανιακός ψαράς ή μανιακός κομμωτής σκύλων. Ακόμα κι αυτό θα ήταν πιο ενδιαφέρον κακός σε ταινία.


Βλέπεις? Κανείς από τους παραπάνω δε θα μπορούσε να συγκριθεί με τα βαμπίρ. Τους βρυκόλακες. Τον κόμη Δράκουλα. Την παλιά εποχή, τα βαμπίρ ήταν βλοσυροί, άκαμπτοι τύποι με άψυχο απειλητικό βλέμμα και μολδαβική προφορά, εξέπεμπαν ένα μυστήριο που άγγιζε τα όρια του ερωτισμού, έναν απαγορευμένο σεξουαλικό μαγνητισμό. Τώρα, οι δημιουργοί ταινιών έχουν κάνει τους βρυκόλακες να έχουν γαμημένα αισθήματα. Είναι μοναχικοί και βασανισμένοι, νιώθουν πως δεν τους αγαπάει κανείς και δεν τους παίζουν τα άλλα παιδάκια και περνάνε την πιο πολύ ώρα της ταινίας να κοιτάνε τα παπούτσια τους παρά να ρουφάνε το αίμα ανθρώπων. Οι σωστοί βρυκόλακες κοιτάνε τα παπούτσια τους μόνο όταν πατάνε με αυτά το λαρύγγι κάποιου άτυχου χωρικού που έκανε το λάθος να κυκλοφορήσει μόνος του το βράδυ στο δάσος.

Τα σύγχρονα βαμπίρ βγαίνουν σε δύο γεύσεις: ασεξουαλικοί κλαψιάρηδες έφηβοι (Twilight) ή μελαχρινοί εσωστρεφείς τύποι γεμάτοι βάσανα και όρεξη για σεξ (True Blood). Όλοι με ψυχολογικά θέματα. Όλοι μορφονιοί με ωραίο μαλλί και σέξυ βλέμμα. Σόρι που δε χέζω τα παντελόνια μου από φόβο.

Είναι μια ντροπιαστική εξέλιξη ενός τέρατος που προέκυψε αρχικά από την αληθινή ιστορία του Βλαντ Δράκουλα ή αλλιώς Βλαντ ο Ανασκωλοπιστής, έναν τύπο που με χαρά έτρωγε το μεσημεριανό του ενώ παρακολουθούσε έναν Τούρκο στρατιώτη να γίνεται σουβλάκι τσουλώντας σιγά σιγά σε ένα παλούκι στο οποίο ήταν καρφωμένος, κάθε φορά που κουνούσε χέρια και πόδια με ένταση από τον πόνο και τον τρόμο να χώνεται όλο και πιο βαθιά προς το έδαφος. Ο Βλαντ θα καθόταν χαλαρός, χαμογελαστός και ικανοποιημένος ανάμεσα σε αυτό το δάσος από ανθρώπινα κεμπάπ τρώγοντας αμέριμνος το μπέργκερ του από βίσωνα ή ό,τι άλλο έτρωγαν τότε τελοσπάντων.

Αν ερχόταν αντιμέτωπος ο Robert Pattison (πρωταγωνιστής του Twilight) με αυτό το θέαμα, δε θα μπορούσε να φάει ούτε μια μπουκιά από τα σπαράγγια του και το φιλετάκι σολομού του. Θα του σηκώνονταν κάγκελο οι λίγες τρίχες από το μικρό εφηβικό του μουστάκι ακόμα κι αν τα έβλεπε όλα αυτά από την 50-αρα τηλεόρασή του στην ασφάλεια του σπιτιού του.



Υ.Γ. Αφιερωμένο το παρακάτω τραγούδι στο κορίτσι που λείπει αυτές τις μέρες. Ο μόνος τρόπος για να ξεχνάω λίγο το κενό που άφησε, είναι να γράφω αυτές τις χαζομάρες για βαμπίρ και φαντάσματα στο blog.



18 Οκτ 2013

Όχι άλλο Share!


Share. Ένα κουμπάκι που το βλέπεις σε όποια σελίδα, εφαρμογή ή παιχνίδι κι αν ανοίξεις στην ηλεκτρονική συσκευή σου. Share, Like, κοινωνική δικτύωση. Να επικοινωνείς και να μοιράζεσαι. Μια βασική ανθρώπινη ανάγκη η οποία, όπως και σχεδόν όλα στην εποχή μας, έχει ξεφύγει.

Η ιδέα πίσω από το sharing είναι απλή. Είμαι σίγουρος πως δεν έχεις κάτι καλύτερο να κάνεις, οπότε γύρνα πίσω στην παλαιολιθική εποχή. Πες ότι είμαι άνθρωπος των σπηλαίων. Κυνηγώ και σφάζω ένα μαμούθ αλλά δε μπορώ να το φάω όλο μόνος μου οπότε το μοιράζομαι με άλλους, οι περισσότεροι εκ των οποίων το εκτιμούν πολύ, όπως ο 80-χρονος γέρος γείτονάς μου που δεν έχει φάει ένα γεύμα της προκοπής εδώ και βδομάδες γιατί δε μπορεί να σκοτώσει τίποτα εκτός από καμιά τραυματισμένη νυφίτσα. Έχεις φάει ψητή νυφίτσα? Δεν αξίζει καν ο κόπος να ανάψεις τη φωτιά.

Δεν είναι μόνο το κρέας του μαμούθ. Πες ότι ακόμα είμαι άνθρωπος των σπηλαίων. Μοιράζομαι επίσης και πληροφορίες: σκέψεις του μυαλού μου ή πράγματα που έχω δει. Γρυλίζω γύρω από τη φωτιά αστείες ιστορίες για το πώς μου έπεσε μια κοτρώνα στο κεφάλι μιας πάπιας και ξεπήδησε ένα αυγό από την άλλη μεριά ή προσπαθώ με παντομίμα να διηγηθώ κουτσομπολιά που έμαθα για άλλους γνωστούς ανθρώπους των γύρω φυλών. Είμαι η ψυχή του πάρτυ της σπηλιάς.

Αυτή η ανταλλαγή επικοινωνίας είχε ένα σκοπό. Να κρατά τη φυλή ταϊσμένη και να παρέχει μια στοιχειώδη ψυχαγωγία. Τώρα γύρνα απότομα στο παρόν και συνειδητοποίησε πόσο αυτή η βασική ανθρώπινη ανάγκη έχει ξεφύγει και σε μερικές περιπτώσεις αντιστραφεί.  Ένα μικρό ποσοστό του συνολικού πληθυσμού του πλανήτη έχει μαζέψει πιο πολύ κρέας μαμούθ απ’όσο μπορεί να φάει σε 40.000 ζωές. Και μπορεί οι κυβερνήσεις να σε αναγκάζουν να μοιραστείς λίγο από το κρέας μαμούθ σου για το κοινό καλό μέσω φόρων, αλλά πάλι όλοι προσπαθούμε να μαζέψουμε όσο πιο πολύ κρέας μαμούθ μπορούμε κι ας μην προλάβουμε να το φάμε ποτέ. Και στην περίπτωση που δεν είσαι τόσο έξυπνος όσο λες στα κορίτσια, χρησιμοποιώ τις  λέξεις  «κρέας μαμούθ» σαν μια πανέξυπνη μεταφορά για τα χρήματα.

Χρήματα λοιπόν δε θέλει να μοιράζεται κανείς. Πληροφορίες για τη ζωή τους όμως, άπειρες! Πού είσαι, τι κάνεις, τι μουσική ακούς. Μοιράσου το!

Το φαινόμενο αυξάνεται συνεχώς. Δεν υπάρχει ΟΥΤΕ ΜΙΑ ιστοσελίδα, εφαρμογή, παιχνίδι, ηλεκτρονική συσκευή που να μην περιμένει από σένα να μοιραστείς αυτόματα τις δραστηριότητες  σου στο Facebook ή στο Twitter. Έψαχνα τις προάλλες μια εφαρμογή στο smartphone μου για τρέξιμο. Όλες όσες βρήκα, ανέβαζαν αυτόματα στο Facebook πότε έτρεχα, τι χρόνο έκανα, μέχρι και χάρτη της διαδρομής που ακολούθησα μέσω gps! Στην εφαρμογή Nike Running για παράδειγμα αν κάποιος σου κάνει like την ώρα που τρέχεις, η εφαρμογή παίζει τον ήχο χειροκροτημάτων στα ακουστικά σου σαν να βρίσκονται δίπλα οι φίλοι σου και να σε εμψυχώνουν! Δε μπορεί αυτά τα πράγματα να είναι φυσιολογικά, δε γίνεται.

Πάρε το Spotify. Έκανε πρόσφατα μια αναβάθμιση και ενημερώνει αυτόματα τους φίλους σου για το τι ακούς. Μπορείς να το απενεργοποιήσεις αν δεν το θες, το θέμα είναι ότι το ενημερώνει αυτόματα, preinstalled, σαν να θεωρεί αυτονόητο ότι το θες. Και γενικά σε κάθε εφαρμογή, σε κάθε παιχνίδι, αν δεν κάνεις login στο facebook να ζαλίσεις τα @@ του κοσμάκη με τα notification κάθε τρεις και λίγο για το σκόρ σου στο Candy Crash Saga, μοιάζουν ανολοκλήρωτα συνεχώς πετάγονται pop-ups κάνε share στο Twitter και κάνε Like στο Facebook.

Όταν η Sony δημιούργησε το Walkman στα τέλη του 70 (αυτή ήταν η πρωτοπόρος κι όχι η Apple με το i-pod) το μεγαλύτερό του πλεονέκτημα ήταν ότι για πρώτη φορά στην ιστορία μπορούσες να περπατάς στο δρόμο ακούγοντας στο τέρμα «Ποια θυσία έχει κάνει αυτή για μένα» της Άντζελας Δημητρίου χωρίς να μπορεί να σε κρίνει κανένας. Ήσουν ο άρχοντας του προσωπικού μουσικού σου κόσμου. Αν εκείνη την εποχή το Walkman, αυτόματα, ενημέρωνε από μόνο του στα κρυφά τους φίλους σου για το τι ακούς, όχι μόνο δε θα είχε κάνει επιτυχία, αλλά οι δημιουργοί του θα αντιμετωπίζονταν με μεγάλη καχυποψία όσον αφορά στις προθέσεις τους.

Μην παρεξηγηθώ, είμαι υπέρ του να μοιραζόμαστε τις σκέψεις μας, όσο ηλίθιες κι αν είναι (όπως αποδεικνύει δυστυχώς κάθε κείμενο που έχω γράψει). Οι άνθρωποι δε θα σταματήσουν να πολυλογούν. Αν κάποιος θέλει να στείλει tweet για το αν σήμερα θα φορέσει μπλε ή μαύρες κάλτσες, δικαίωμά του. Αλλά όταν διατάζεσαι να μοιράζεσαι τα πάντα τριγύρω σου ή ακόμα ακόμα αυτό γίνεται αυτόματα σε κάθε τι που χρησιμοποιείς, διαβάζεις ή ακούς τότε μιλάμε για κάτι τελείως διαφορετικό. Για μια αρρωστημένη κοινωνία που δεν είχε φανταστεί ούτε ο George Orwell.

Οι άνθρωποι έχουν ήδη δημιουργήσει πιο cool διαδικτυακές παραλλαγές του εαυτού τους: εξυπναδίστικα στάτους, έντονες αντιδράσεις σε κοινωνικά φαινόμενα, εναλλακτικές μουσικές. Πόσο θλιβερό είναι να ακούει κάποια Χαρά Βέρρα αλλά να ανεβάζει στο Facebook μόνο τραγούδια της Χαρούλας Αλεξίου? Online, παίζεις με το να δημιουργείς μια περσόνα που θες να βγάλεις προς τα έξω. Ένα χαρακτήρα Sims. Αν όμως αυτή την «πλάκα» την επεκτείνεις και σε απλές καθημερινές ασήμαντες διαδικασίες –όπως το να ακούς μουσική στην ησυχία του δωματίου σου- τότε τι μπορεί να ακολουθήσει? Καζανάκια με αυτόματο like στη σελίδα «Χέσιμο»? Αυτόματες ανανεώσεις για το τι αγόρασες από το σούπερ-μάρκετ? Εφαρμογή i-sneeze που θα αντιλαμβάνεται πότε φτερνίζεσαι, θα ενημερώνει τους φίλους σου κι αυτοί θα σου στέλνουν εμψυχωτικά μηνύματα με γείτσες?

Θυμάσαι πόσο ενοχλητικό ήταν όταν διάβαζες μια εφημερίδα στο μετρό ή έστελνες ένα μήνυμα στο λεωφορείο και ο τύπος δίπλα σου τέντωνε τον λαιμό του να δει τι διαβάζεις? Καλωσήρθες στη μελλοντική σου καθημερινότητα. Γιατί αυτό ακριβώς θα συμβαίνει, χωρίς καν ο peeping tom διπλανός σου να χρειάζεται να τεντώσει το λαιμό του. Θα μοιράζονται όλα αυτόματα από μόνα τους.

Να επικοινωνείς και να μοιράζεσαι. Μια βασική ανθρώπινη ανάγκη η οποία, όπως και σχεδόν όλα στην εποχή μας, έχει ξεφύγει.



Τώρα πήγαινε κάνε αυτό το πόστ Share στο Facebook και στο Twitter και κάνε κι ένα Like στο update που θα ανεβάσει ο swift στη Fanpage μας στο facebook.

10 Οκτ 2013

Χακί, σκοπιά και αγγαρεία. Ένα ποστ για τον στρατό.



Οι πιο αετομάτηδες αναγνώστες θα έχουν παρατηρήσει ότι έχω κάμποσο καιρό να γράψω στο blog. Αυτό έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις στην κοινωνία: περίπου ένας αναγνώστης το δίμηνο θα με θυμηθεί και θα μου στείλει κάποια παραλλαγή του «πού χάθηκες ρε μαλάκα?».

Ο phantomTM λοιπόν σταμάτησε να γράφει? Μην τρέχεις στο νεροχύτη της κουζίνας σου να γεμίσεις ένα ποτήρι με νερό για να καταπιείς το πακέτο με τα χάπια που θα σε οδηγήσουν στην αυτοκτονία, το blog «Αυτό που δεν θέλουν οι γυναίκες»TM δεν έχει κλείσει κι ο phantomTM δεν έχει παρατήσει το γράψιμο. Νομίζω δηλαδήTM(ώπα λάθος).

Μετά τη μεγάλη αποχή που έκανα από το blog λόγω στρατού, μου ήταν δύσκολο να επανέλθω στο γράψιμο. Από τη μία, βγαίνοντας από φαντάρος οι υποχρεώσεις που είχαν προκύψει ήταν τόσο πολλές που δεν έβρισκα ώρες συνεχόμενες για να καθίσω μπροστά από το πληκτρολόγιο και να πατάω τα κουμπιά υπνωτισμένος σε αρμονία με τις αρρωστημένες σκέψεις που ήθελε να ξεράσει το μυαλό, είχα ανάγκη να ζήσω λίγο χωρίς να πρέπει να τα διηγούμαι όλα, σόρι γι’αυτό.

Από την άλλη, το γεγονός ότι ήμουν για 9 μήνες σε ένα στρατόπεδο με τριγύρω μόνο δέντρα, φαντάρους και ντόνατς από το καψιμί μου προκάλεσε μια πλήρη αποτοξίνωση από καθετί διαδικτυακό. Δεν προλάβαινα να χαζέψω άρθρα στο ίντερνετ, έβγαιναν άλμπουμ από αγαπημένα συγκροτήματα τα οποία αγνοούσα, αγαπημένες σειρές έβγαζαν νέα επεισόδια με τη σέσουλα κι εγώ δε θυμόμουν καν τα ονόματα των πρωταγωνιστών, το facebook έχει να δει προσωπικό μου status περίπου 3 χρόνια, ενώ όταν κάθομαι μπροστά στο λάπτοπ μου να γράψω ένα καινούργιο ποστ για το blog δε θα περάσουν ούτε 5 λεπτά μέχρι να σηκωθώ και να ανοιγοκλείσω το ψυγείο να δω τι έχει να τσιμπήσω.

Εξάλλου στον κόσμο υπάρχει απίστευτη πολυλογία και παπαρολογία. Συζητήσεις επί συζητήσεων, απόψεις, γνώμες, σε τηλεοράσεις, ραδιόφωνα, ίντερνετ. Όλοι έχουν κάτι να πουν.  Ένα τεράστιο τοξικό σύννεφο από μπλαμπλαμπλα στο οποίο συνεισέφερα κι εγώ με κάθε νέο ποστ.

Έχουμε φτάσει σε τέτοιο σημείο υπερ-ανάλυσης και σχολιασμού που αν ένας μετεωρολόγος στην τηλεόραση μπερδευτεί κι εκεί που πάει να δείξει προς τα πού θα πνέουν οι άνεμοι, στρίψει το χέρι του και χαιρετήσει καταλάθος ναζιστικά, την επόμενη στιγμή θα εμφανιστούν:

- 30 αγανακτισμένα εξώφυλλα εφημερίδων,

-talk shows που θα αναλύουν το συμβάν,

-20 σατιρικές εκπομπές που θα παίζουν σε replay το βίντεο περικυκλωμένο από αστείες λεζάντες,

-200 νέα blogs όλα με πιασάρικους τίτλους ΣΟΚ-ΓΝΩΣΤΟΣ ΜΕΤΕΩΡΟΛΟΓΟΣ ΝΕΟΝΑΖΙ, ΤΙ ΣΥΝΟΜΩΣΙΑ ΚΡΥΒΕΤΑΙ ΑΠΟ ΠΙΣΩ- Η ΣΧΕΣΗ ΤΟΥ ΜΕ ΤΟ ΜΝΗΜΟΝΙΟ, με pop-ups σε κάθε σελίδα  να κάνεις like και share στο facebook,

-μισό εκατομμύριο tweets,

-δηλώσεις της κυβέρνησης που καταδικάζουν τα γεγονότα,

-και ένα meme με το δύσμοιρο μετεωρολόγο να κάνει Χάιλ Χίτλερ και να γυρίζει το διαδίκτυο.

Συμβαίνει κάθε μέρα, γεγονότα και θόρυβος, γεγονότα και θόρυβος. Όλα τριγύρω δε μοιάζουν παρά τίποτα άλλο από γεγονότα και θόρυβο. Το να συνεισφέρω κι εγώ σε όλη αυτή την πολυλογία, την υπερ-ανάλυση και την άσκοπη συζήτηση μου φαίνεται ανούσιο και ντροπιαστικό. Άρχισα να βλέπω τον εαυτό μου σαν άλλο ένα εργοστάσιο που διοχετεύει διοξείδιο μπλαμπλάνθρακα στον ήδη μολυσμένο και παραφορτωμένο διαδικτυακό ουρανό.

Δεν ξέρω ποια θα είναι η τύχη του blog, αν συνεχίσω να γράφω κι εξακολουθώ να σου αυξάνω τη μυωπία με αυτά τα άσπρα γράμματα στο μαύρο φόντο ή αν θα εξαφανιστώ και θα γίνω μια μακρινή ανάμνηση μερικών χαμόγελων που σου είχαν δημιουργήσει κάποια κείμενα. Ό,τι και να γίνει όμως, θα πρέπει πρώτα να σου πω για το στρατό.



Στρατός. Μια λέξη. Επτά γράμματα. Εννέα μήνες χαμένοι από τη ζωή ενός αγοριού.     
       
Η θητεία στο στράτευμα είναι μια δυνατή εμπειρία για τα αγόρια. Είναι η πρώτη φορά που βρίσκονται για τόσο μεγάλο διάστημα μακριά από το σπίτι τους καλούμενοι να συμβιώσουν με δεκάδες άλλα άγνωστα άτομα σε μια αυστηρά οργανωμένη μικρο-κοινωνία γεμάτη κανόνες και υποχρεώσεις με κυρίαρχο γνώμονα το σεβασμό στην πατρίδα και στην ελευθερία. Ή έτσι υποτίθεται πως θα έπρεπε να είναι τελοσπάντων.

Πριν 1,5 χρόνο έφτασε κι η δική μου ώρα να μπω φαντάρος. Το κάλεσμά μου στα όπλα έγινε κάπως άξαφνα, υπολόγιζα να μπω πολύ αργότερα αλλά μετά από κάποιες αλλαγές στις ΕΣΣΟ και στο σύστημα εισαγωγής νεοσυλλέκτων με κάλεσαν νωρίτερα. Πρόσθεσε και τη ραθυμία της αστυνομίας, κατέληξα να μάθω ότι πρέπει να φορέσω τα χακί σε μια βδομάδα.

Αποχαιρέτησα όσους ήταν να αποχαιρετήσω (το κορίτσι ήταν το πιο δύσκολο για μένα) και το πρωί της Δευτέρας 5 Μαρτίου κίνησα για να υπηρετήσω την πατρίδα. Συνοδεία είχα τους γονείς, σταθερούς συμπαραστάτες σε κάθε σημαντική στιγμή. Σε διακριτική απόσταση από την πύλη του στρατοπέδου τους φίλησα και έχοντας στο χέρι τη χακί φρεσκοαγορασμένη βαλίτσα μου τίγκα από πράγματα, που είχα διαβάσει σε φόρουμ στο ίντερνετ ότι θα χρειαζόμουν, κατευθύνθηκα προς την πύλη.


5. Το κέντρο νεοσυλλέκτων.

(Η μέτρηση είναι αντίστροφη από το 5 στο 1, έτσι για να υπάρχει ένας υποτυπώδης διαχωρισμός κεφαλαίων να μπορείς να πας για κατούρημα χωρίς να μου διακόψεις τον ειρμό και ενοχλήσεις και τους από πίσω.)

Λίγο πριν την είσοδο για την πύλη του στρατοπέδου ήταν μια κοπέλα που ζήταγε τα στοιχεία μας. Τα έγραψα σε ένα χαρτί σαν σωστός και υπάκουος στρατιώτης που είχα αποφασίσει να γίνω, της τα έδωσα και μετά συνειδητοποίησα ότι η κοπέλα δεν είχε καμία σχέση με το στρατόπεδο αλλά ήταν από τη Gillette και σημείωνε τα στοιχεία μας για διαφημιστική χρήση. Σιχτίρισα, μου έδωσε με το ζόρι κάτι διαφημιστικά ξυραφάκια σε μια ογκώδη συσκευασία την οποία η φισκαρισμένη χακί βαλίτσα μου δε μπορούσε να χωρέσει οπότε ξαναγύρισα πίσω να τα αφήσω στους γονείς που δεν έφευγαν μέχρι να με δουν να μπαίνω, ξανα-αποχαιρετιστήκαμε αμήχανα και κίνησα για δεύτερη φορά προς την πύλη.

Εκείνη η πρώτη μέρα χαρακτηρίστηκε από έναν κυκεώνα αναμονής, συνεντεύξεων, ερωτηματολογίων και ιατρικών εξετάσεων ανάμεσα σε ένα τεράστιο πλήθος νεοσυλλέκτων. Αναμονές σε μεγάλες ουρές αγχωμένων παιδιών. Ερωτηματολόγια στα όποια έπρεπε να τικάρεις ΝΑΙ ή ΟΧΙ σε ερωτήσεις όπως «κάνεις ναρκωτικά?», «έχεις σκεφτεί να κάνεις κακό στον εαυτό σου ή στους άλλους?», «σου αρέσει να καις πράγματα?», «θα μας πεις μας τώρα αν είσαι ψυχοπαθής, να γλιτώσουμε τη δυσάρεστη έκπληξη να το ανακαλύψουμε μόνοι μας?». Δήλωση προσωπικών και οικογενειακών στοιχείων. Ψάξιμο της βαλίτσας (κατά το οποίο μου πέταξαν κάτι βιταμίνες κι ένα σαμπουάν για την τριχόπτωση). Συνεντεύξεις για ψυχολογική εκτίμηση (τελείως πρόχειρες κι επιφανειακές, αλλά είπαμε αν κάποιος είναι ψυχοπαθής θα το δήλωνε με ένα ΝΑΙ ή ΟΧΙ στα ερωτηματολόγια). Ακουογράμματα, οφθαλμολογικός έλεγχος, αιμοληψίες. Το μόνο που δε με ρώτησαν ήταν το αγαπημένο μου χρώμα και αν το τυρί στα μακαρόνια το θέλω πριν τον κιμά ή μετά.

Η περίφημη «γυμνή» εξέταση ή εξέταση των όρχεων που την φοβούνται μερικοί γίνεται ως εξής. Την ώρα που τελειώσαμε τον οφθαλμολογικό έλεγχο και το ακουόγραμμα και καταθέσαμε την ακτινογραφία θώρακος, σε τσιμπά ένας στρατιωτικός γιατρός και πας μαζί του σε ένα παραβάν. Κλείνεστε και οι δύο κι εκεί σου παίρνει ένα μικρό ιατρικό ιστορικό. Σε ακροάζεται στην καρδιά και στους πνεύμονες και μετά σου ζητά ευγενικά να κατεβάσεις το παντελόνι σου (χωρίς να σε κεράσει πρώτα ένα ποτό, ο αλήτης!). Εκεί ΔΕ σου ζητάει να σκύψεις, ΟΥΤΕ ελέγχει τον κώλο σου να δει αν είσαι γκέι, ΟΥΤΕ δείχνει το πουλί σου και κλαίει από τα γέλια. Το μόνο που σου ζητάει είναι να βάλεις ένα δάχτυλο χωρίστρα στους όρχεις σου να δει ότι έχεις δύο. Αυτό γίνεται γρήγορα και διακριτικά, χωρίς πολλά πολλά.

Στη δική μου περίπτωση έτσι κύλησε η διαδικασία, με μία μικρή και κάπως ενοχλητική διαφορά. Ο στρατιωτικός γιατρός που μου έτυχε ήταν ΓΥΝΑΙΚΑ. Η γιατρός τελείωσε το ιστορικό και την ακρόαση και μετά μου ζήτησε να τα κατεβάσω.  Αντί να της απαντήσω «Oh behave!» σαν άλλος Austin Powers, υπάκουσα τρακαρισμένος, έβαλα το δάχτυλο εκεί που ήξερα, ψέλισα «δύο είναι» κι έφυγα. Δεν είχα ούτε μισή μέρα μακριά από την κοπέλα μου και είχα ήδη φλασάρει τα γεννητικά μου σε μια άγνωστη μέσα σε ένα χώρο που υποτίθεται υπάρχουν μόνο άντρες. Καλή τύχη να το εξηγήσεις αυτό.

Μας έδωσαν ρούχα, μας έβγαλαν άθλιες αναμνηστικές φωτογραφίες από μια στιγμή που κανείς δε θέλει να θυμάται και μας χώρισαν σε κοιτώνες. Εκεί θα περνούσαμε τις ζωές μας για ένα μήνα.



Από την πρώτη κιόλας μέρα σαν φαντάρος μου κόλλησαν το παρατσούκλι «ο παλιός». Αυτό γιατί τη βδομάδα πριν την κατάταξη είχα ξεψαχνίσει φόρουμ, blogs και sites και είχα μάθει τα πάντα σχετικά με το υγειονομικό Αυλώνας. Οπότε έλεγα σε όλους τι επρόκειτο να κάνουμε, τι περιλαμβάνει το πρόγραμμα, τι να περιμένουμε, γενικά πράγματα που θα ήξερε μόνο ένας παλιός. Αυτό σε συνδυασμό με το ότι ήμουν από τους πιο αγχωμένους και απροσάρμοστους εκεί μέσα έκανε το παρατσούκλι ταιριαστό και ειρωνικό ταυτόχρονα.

Αν μου έβαζες ένα G3A3 στον κρόταφο και με ανάγκαζες να χαρακτηρίσω το στρατό με μια λέξη αυτή δε θα ήταν το χάσιμο χρόνου. Αφενός γιατί το χάσιμο χρόνου είναι δύο λέξεις κι όχι μία κι αφετέρου γιατί υπάρχει μια άλλη πιο ταιριαστή. Η ΒΡΩΜΙΑ.

Οι τουαλέτες στους κοιτώνες αποτελούνται από δεκαετίες κοπράνων και ούρων που έχουν διαβρώσει και ενσωματωθεί με τα πλακάκια. Είναι σαν να έχουν παίξει τουρτοπόλεμο 100 άτομα σε μια τουαλέτα 5 τετραγωνικών μέτρων κι αντί για τούρτες να πετάνε σκατά και μετά να έδωσαν σε έναν τυφλό χωρίς χέρια ένα Kleenex για να τις καθαρίσει.

Τα κρεβάτια μας ήταν ρημαγμένες διπλές κουκέτες με σιδερένια δίχτυα πάνω στα οποία ήταν στοιβαγμένα ορθογώνια κομμάτια σκόνης. Φήμες λένε ότι κάτω από τη σκόνη κρύβονται στρώματα και κουβέρτες. Όταν μας έβαλαν να τινάξουμε τις κουβέρτες, η σκόνη που βγήκε ήταν τόση που κρύφτηκε ο ήλιος στον Αυλώνα για δύο μέρες. Τα ακάρεα ήταν τόσο αναπτυγμένα που μπορώ να ορκιστώ ότι καθώς τίναζα πετάχτηκε ένα από την κουβέρτα μου που είχε το μέγεθος μικρού σκυλιού.

Μέσα στον υπνόσακο που φαίνεται βρίσκομαι εγώ κουκουκλωμένος και ξαπλωμένος σε αναπαυτική και αφράτη σκόνη αιώνων.

Τα μαγειρεία ήταν το αποκορύφωμα. Το πλύσιμο των χεριών ήταν τόσο άγνωστη λέξη που αν πήγαινες σε ένα μάγειρα και τον ρώταγες «Έχεις πλύνει τα χέρια σου?» θα σε ρώταγε «γιατί μου μιλάς κινέζικα?» Με δύο διαλυμένα σφουγγαράκια και μερικές σταγόνες απορρυπαντικό ανάγκαζαν τους δύσμοιρους που είχαν αγγαρεία να πλένουν εκατοντάδες ταψιά. Χύτρες γεμάτες φασολάδα αφημένες στο πάτωμα, ακάλυπτες, με δεκάδες φαντάρους να στέκονται από πάνω μιλώντας και βήχοντας. Ταψιά με φαγητά στο πάτωμα ενώ δίπλα σφουγγάριζαν βρωμόνερα, ποτήρια που απλά ξεπλένονταν με νερό. Ειλικρινά, το να γλωσσοφιλήσεις μια τυχαία πόρνη στην Ομόνοια είναι πιο ασφαλές από το να φας σε εκείνα τα μαγειρεία.

Το βασικότερό μου πρόβλημα ήταν η τουαλέτα. Δε με βόλευαν. Πριν με κρίνεις σαν καλομαθημένη μυξοπαρθένα, λάβε υπόψη ότι οι τουαλέτες του στρατού είναι οι τούρκικες, αυτές που είναι απλά μια τρύπα στο έδαφος περιμετρικά της οποίας έχει δύο ανάγλυφες πατούσες σε περίπτωση που είσαι τόσο βλάκας και δεν ξέρεις πού να βάλεις τα πόδια σου. Κι όπως είπαμε ήταν πολύ βρώμικες. Μια άστοχη κουράδα μπορεί να κάνει γκελ σε λάθος σημείο και να εκσφενδονίσει στον κώλο σου βρωμόνερα γεμάτα γνωστά και άγνωστα μικρόβια που αν τα ανακαλύψει κάποιος όλα θα πάρει Νόμπελ. Όσο κι αν τις καθαρίζαμε στο θάλαμό μου, αν δεν τις λούσεις με πετρέλαιο και ανάψεις ένα σπίρτο, δεν πρόκειται να θεωρηθούν ποτέ καθαρές. Είχα φτάσει σε τέτοιο σημείο απελπισίας που δεν έτρωγα για να μη χρειαστεί να πάω τουαλέτα. Τον μήνα στο κέντρο έχασα κοντά δέκα κιλά.

Από τα 200 άτομα που ήμασταν στον Αυλώνα, τα 180 αρρωστήσαμε με βήχα και πονόλαιμο. Οι υπόλοιποι 20 πήραν αναβολή. Το στρατόπεδο θύμιζε προαύλιο φυματικού νοσοκομείου. Στην αναφορά κάθε βράδυ βγαίναμε και τα γκουχου γκουχου ήταν διπλάσια από τα «Παρών!». Οι φαντάροι ένας-ένας έβηχαν, ανέβαζαν πυρετό, και μετά κόλλαγαν ο ένας τον άλλο. Προσωπικά πιστεύω ότι ευθύνονταν τα άπλυτα ποτήρια και τα κατασκονισμένα κρεβάτια. Τα βράδια στο θάλαμο αντί για ροχαλητά άκουγες βήχα. Αντί για πορδές βήχα. Τα «Άλτ τις ει» διακόπτονταν από βήχα.  Ένα βράδυ ο τύπος που κοιμόταν από πάνω μου έβηξε τόσο πολύ που θα ορκιζόμουν ότι τον είδα να βήχει ένα κομμάτι από το πνευμόνι του αν μετά δε νόμιζα ότι το είδα στον ύπνο μου.

Ο πρώτος αυτός μήνας στο κέντρο ήταν σχετικά δύσκολος για μένα. Δε μπόρεσα να διαχειριστώ το θέμα του στρατού όπως θα ήθελα. Μου έλειπε το κορίτσι, δε μπορούσα να βολευτώ με τις τουαλέτες, δεν έβρισκα κανένα νόημα σε όσα κάναμε σαν νεοσύλλεκτοι, έπαθα φαρυγγίτιδα, ανέβασα πυρετό, είχα βήχα για περίπου 3 βδομάδες(όπως όλοι), με έπιασε η μέση μου, μέχρι και σκουπιδάκι στο μάτι μου μπήκε κι έκανε να βγει δυο μέρες.

Ευτυχώς είχαμε τουλάχιστον ταιριάξει με τα παιδιά στο θάλαμο και η συναναστροφή μας ήταν ευχάριστη και πολιτισμένη.
Εδώ είχα φορέσει το μπερέ σαν παπάς και έκανα πως εξομολογώ ένα φαντάρο, ενώ δεξιά και αριστερά με πλαισιώνουν τα παπαδοπαίδια μου.

Ένα παλικάρι ξύρισε στο κεφάλι του τον αριθμό της σειράς μας (ο οποίος αριθμός είναι και λάθος, 318 γράφει ενώ ήμασταν 319). Τέτοιο μοντέρνο ξύρισμα στο κεφάλι δεν έχει κάνει ούτε η Μπρίτνει Σπίαρς.

Ο πρώτος μήνας στο κέντρο κάποια στιγμή  τελείωσε, ορκιστήκαμε, πήραμε την πρώτη μας άδεια η οποία ενώθηκε με τις διακοπές του Πάσχα, είδαμε τις οικογένειές μας, αναρρώσαμε, κοιμηθήκαμε για λίγο στα καθαρά κρεβάτια μας, τραφήκαμε σωστά, και μετά έπρεπε να χωριστούμε πάλι και να πάει ο καθένας στη μονάδα που θα του τύχαινε Θεού θέλοντος και βύσματος επιτρέποντος.



4. Η μονάδα.

Η μονάδα που έλαχε στον καθένα ήταν για τους περισσότερους το μέρος στο οποίο θα περνούσαμε όλη την υπόλοιπη θητεία μας εκτός κι αν το βύσμα άκουγε τις προσευχές σου και σε έστελνε στο ΓΕΣ. Είμαι εκ πεποιθήσεως κατά των βυσμάτων, των ρουσφετιών και κάθε λογής σπρωξιμάτων, αλλά με ντροπή παραδέχομαι ότι ο πατέρας εν αγνοία μου «έσπρωξε» λίγο να βρεθώ σε μια πιο κοντινή μονάδα σχετικά κοντά στην Αθήνα. Αυτό το σπρώξιμο είχε ως αποτέλεσμα να φύγω από το ευνοϊκότατο σώμα του υγειονομικού και να βρεθώ σε μια ξεχασμένη από το Θεό πυροβολαρχία στο μπαρουτοκαπνισμένο πυροβολικό. Ποτέ μην εμπιστεύεσαι βύσματα.

Ξεψαρωμένος πλέον άρχισα να μπαίνω σιγά-σιγά στην παράλογη λογική του στρατού και να συνηθίζω. Στη μονάδα ξεκινήσαμε μια στοιχειώδη εκπαίδευση μαθαίνοντας θεωρητικά στοιχεία για το βάρος του όπλου, τα μέρη του, το βεληνεκές, στρατιωτικούς όρους, κόλπα με το όπλο (επ’ώμου, παρουσιάστε), τρόπο ρίψης χειροβομβίδας (αντί για αληθινές χειροβομβίδες προβάραμε τη ρίψη με κουκουνάρια- εγώ έκανα πως τη ρίχνω με τα δόντια Rambo style), πυροβολήσαμε με το όπλο(έριχνα στο γάμο του καραγκιόζη), βαφτήκαμε μέχρι και με φούμο στο πρόσωπο για καμουφλαζ σαν τους κομάντο στις ταινίες!

Πώς νόμιζα ότι έμοιαζα όταν βάφτηκα με φούμο


Πώς πραγματικά έμοιαζα


Τις τούρκικες τουαλέτες με τον καιρό τις είχα συνηθίσει, ενώ στα μαγειρεία έπλενε ο καθένας το δίσκο του και ήταν γενικά πολύ πιο καθαρά. Οι σκοπιές, η γκρίνια από τους ανωτέρους, οι αδικίες από τους παλιούς, τα καψώνια, όλα αυτά υπήρχαν αλλά πλέον είχαμε εξοικειωθεί και τα αντιμετωπίζαμε.

Με φόντο την υπέροχη θέα του στρατοπέδου ποζάρω στο φακό (εκεί που χαιρετάω είναι γκρεμός απλά προσπαθούσαμε με το φωτογράφο να με πιάσει σε μια δήθεν φυσική πόζα γιατί πάντα όταν βγαίνω φωτογραφία στήνομαι αμήχανα).


Αυτή είναι μια άλλη "φυσική" πόζα από τα άτομα που βρισκόντουσαν πίσω από τον φακό στην προηγούμενη φωτογραφία.

Στον εγκλιματισμό μου στο νέο στρατόπεδο βοήθησε πολύ το γεγονός ότι επειδή η μονάδα μας ήταν μικρή και αρκετά απομονωμένη ήμουν ο μοναδικός γιατρός εκεί. Σε απόσταση μάλιστα χιλιομέτρων. Οπότε οτιδήποτε συνέβαινε από τσίμπημα κουνουπιού μέχρι σπάσιμο ποδιού, ήμουν αυτός στον οποίο πήγαιναν όλοι. Στην αρχή ξεκίνησε με μια φουσκάλα στο πόδι ενός γραφέα, από τους πρώτους παλιούς που συνάντησα. Τον είχαν χτυπήσει οι αρβύλες, είχε εμφανίσει μια πληγή η οποία είχε μαζέψει πύον και είχε κάνει μια επώδυνη φουσκάλα. Κάποιος έπρεπε να την σπάσει. Αποστείρωσα μια βελόνα με έναν αναπτήρα, η φουσκάλα έσπασε ξερνώντας ένα τσουνάμι κίτρινου αηδιαστικού πύον και η αρχή είχε γίνει.

Από τότε, οποιοσδήποτε  παλιός και νέος ακόμα κι αν δε με συμπαθούσε φρόντιζε να τα πηγαίνει καλά μαζί μου γιατί ποιος ήξερε πότε μπορεί να με χρειαζόταν. Τσιμπήματα, πιασίματα, αλλεργικά εξανθήματα, μυκητιάσεις στα πόδια, απανωτές διάρροιες, ιώσεις, όλα τα έσφαζα όλα τα μαχαίρωνα. Ακόμα και όταν έβγαλαν στη δημοσιότητα τις φωτογραφίες από τις δύσμοιρες οροθετικές ιερόδουλες ερχόντουσαν και με ρωτούσαν ένας ένας εμπιστευτικά πώς καταλαβαίνει κάποιος αν έχει κολλήσει AIDS και καθόμουν και τους μάθαινα για τα αρχικά συμπτώματα της νόσου και τις βασικές αρχές αντισύλληψης. Για να μη σε παραπλανώ, δεν έκανα τίποτα σπουδαίο, ασκούσα μια πολύ βασική ιατρική την οποία η μαμά σου που σε μεγάλωσε ξέρει και καλύτερα, απλά σε αυτές τις συνθήκες ήταν μεγάλο ζήτημα.

Ήταν βέβαια φορές που τα πράγματα έγιναν αρκετά ανησυχητικά. Μια φορά που κάναμε μαζική πρόβα με σκοπό να δείξουμε καλή εικόνα σε επερχόμενη επιθεώρηση ενός ταξιάρχου και να βοηθήσουμε έτσι με προθυμία (αλλιώς θα έπεφταν καμπάνες) να προωθηθεί η καριέρα του ταγματάρχη μας, τσίμπησε κάτι έναν από τους σκοπούς της πύλης. Για την ταυτότητα αυτού του κάτι υπήρξαν πολλές εικασίες. Σκορπιός, φίδι, μέλισσα, εξωγήινο ον, όλα ακούστηκαν. Το θέμα ήταν ότι το παλικαράκι που τσιμπήθηκε άρχιζε να πρήζεται ραγδαία. Τα ιατρικά αποθέματα στο στρατόπεδο ήταν μηδαμινά, οπότε μετά από έντονους διαπληκτισμούς, με άφησαν να τον συνοδεύσω στο κοντινότερο νοσοκομείο της Χαλκίδας.

Αυτό το αραχνοειδές πλάσμα το έσκασε από την κόλαση και κατασκήνωσε στα αναχώματα της πύλης μας. Οι φήμες ότι έχει φάει δύο ανθρώπους δεν έχει επιβεβαιωθεί. Ακόμη.


Μέχρι και τα μυρμήγκια ήταν βιονικά στο στρατόπεδο. Αυτές είναι κάτι υπερ-τεράστιες φωλιές που είχαν ανοίξει περιμετρικά της πύλης. Πιθανόν να σχεδίαζαν να μας κάνουν επίθεση.

Μετά από εκείνο το συμβάν όσο ήμουν στην πυροβολαρχία, σε μια προσπάθεια να καλύψω τις ελλείψεις από ιατρικό υλικό είχα στήσει ένα δικό μου μινι-φαρμακείο κάτω από την κουκέτα μου. Πλήθος παρέλαυνε από την κουκέτα για ιατρικές συμβουλές και φαρμακευτική περίθαλψη, με τα έξοδα να είναι μόνο δικά μου. Το 70% των περιστατικών ήταν τσιμπήματα ή αλλεργικές εκδηλώσεις από επαφή με κάποιο αλλεργιογόνο, είτε έντομο είτε αχαρτογράφητη πανίδα μικροοργανισμών που έχει αναπτυχθεί με τα χρόνια στις βρώμικες κουβέρτες του στρατού. 

Το γεγονός ότι παρείχα τις συμβουλές μου και τα φάρμακα αφιλοκερδώς μου έδωσε το δικαίωμα να πειραματίζομαι πού και πού στους ασθενείς. Σε ένα παλικάρι που είχε βγάλει σπυριά στα δύο άνω άκρα, του δοκίμαζα άλλη κρέμα στο ένα χέρι και άλλη στο άλλο για να βγάλουμε συμπέρασμα ποια έχει αποτέλεσμα. Πειραματιζόμουν μεν αλλά είχα μεγάλο ποσοστό επιτυχίας στη θεραπεία. Ένα παλικάρι που είχε γεμίσει με κάτι αμέτρητα αγνώστου ταυτότητας σπυράκια σε μέγεθος ευρώ σε όλο του το πρόσωπο και σώμα, με συμβουλεύτηκε, του έδωσα μια αγωγή και την ακολούθησε. Την επόμενη μέρα που είχε άδεια πήγε στο Συγγρός για μια δεύτερη γνώμη. Εκεί τον συμβούλεψαν να πάρει κορτιζόνη μια αγωγή δηλαδή πιο επιθετική και «επικίνδυνη» από αυτή που του είχα προτείνει, αυτός προτίμησε να ακολουθήσει την πρότασή μου και σε δύο μέρες τα σπυράκια είχαν εξαφανιστεί. Μπορεί τα σπυράκια του να ξεφούσκωσαν αλλά το δικό μου ego είχε φουσκώσει που ο ασθενής εμπιστεύτηκε πιο πολύ εμένα παρά το νοσοκομείο και έγινε και καλά.

Δες μια φωτογραφία από ένα πανέμορφο γατάκι που κυκλοφορούσε στο στρατόπεδο να ξεκουράσεις λίγο τα μάτια σου γιατί έχεις δρόμο ακόμα μέχρι το τέλος του ποστ.

Ένα βράδυ συνέβη το εξής περιστατικό. Στη βραδινή αναφορά ο αξιωματικός υπηρεσίας μάς δήλωσε γεμάτος στόμφο και υπερβολική-για-να-είναι-αληθινή καλοσύνη: «Όποιος χρειαστεί το οτιδήποτε, η πόρτα μου είναι ανοιχτή για όλους σας, ό,τι ώρα και να’ναι μη κωλώσετε να με ενοχλήσετε.»

Κάνουμε οι φαντάροι τα βραδινά μας νούμερα, πέφτουμε για ύπνο και λίγο πριν ξημερώσει νιώθω ένα σκούντημα στον ώμο μου. «Γιατρούλη, ξύπνα έχω πρόβλημα». Ήταν ένα υποχόνδριο παλικάρι που κοιμόταν στη διπλανή κουκέτα, σειρά και φίλος μου. Επειδή ήξερα ότι ήταν υποχόνδριος και φοβιτσιάρης κι επειδή στο στρατό εκτός από λογική λείπει και πολύ ύπνος προτίμησα να κάνω ότι δεν τον ακούω και να συνεχίσω να κοιμάμαι.

Δεν το έβαζε κάτω. «Σήκω ρε μαλάκα, έχω πρόβλημα, νιώθω τα χείλη μου πολύ πρησμένα».

«Μχμχφφνμχμμφ… ιδέα σου θα είναι… μχμμμχχφνφμφχφ πέσε κοιμήσου», του λέω χωρίς καν να ανοίξω τα μάτια.

«Έλα ρε γιατρέ ξύπνα να με δεις, σου λέω δεν είναι φυσιολογικό, φοβάμαι» συνέχισε μες στον πανικό.

Επειδή ο συγκεκριμένος ήταν μονίμως μες στον πανικό κι επειδή είπαμε το ego μου είχε φουσκώσει με τις τόσες απανωτές επιτυχημένες διαγνώσεις και τη δημοτικότητά μου στο στρατόπεδο να αυξάνεται, προτίμησα να του κάνω ένα μίνι-μίνι ιστορικό επί τόπου στο σκοτάδι χωρίς να έχω ανοίξει ακόμα τα μάτια μου.

«Έφαγες κανένα ψάρι ή τίποτα οστρακοειδή? Ξηρούς καρπούς? Κάτι στο οποίο είσαι αλλεργικός? Μήπως απλά έχουν σκάσει τα χείλη σου από το κρύο και τα νιώθεις παράξενα?» ρώτησα με κλειστά τα μάτια κουκουλωμένος στο sleeping bag.

«Λίγο μερέντα έφαγα το βράδυ, τίποτα άλλο, άνοιξε τα μάτια να με δεις, σε παρακαλώ!» κλαψούρισε.

Με το μπίρι-μπίρι μου τον είχε βγάλει τον ύπνο οπότε σηκώνω το κινητό μου και φέγγω το πρόσωπό του να δω τα χείλη του. Τινάχτηκα μισό μέτρο πίσω από την έκπληξη. Αντίκρισα τον άνθρωπο-πάπια. Τα χείλη του ήταν τουμπανιασμένα, το άνω χείλος άγγιζε τη μύτη του και το κάτω έφτανε στο πηγούνι. Αν οι μαύροι φημίζονται για τα φουσκωτά χείλη τους, αυτός έβαζε κάτω όλη τη φυλή της Αφρικής. Αν του φόραγες κραγιόν και τον έβαζες να σε φιλήσει, το σημάδι που θα άφηναν τα χείλη του θα μπορούσε να καλύψει όλη την παλάμη σου. Αν με αυτά τα χείλη δοκίμαζε να σου κάνει πιπιλιά, θα σου ρούφαγε όλο το κεφάλι.

Πετάχτηκα από το κρεβάτι και του είπα να κατέβει στις τουαλέτες. Τον ρώτησα αν μπορεί να αναπνεύσει κανονικά, μην τυχόν αρχίζει να πρήζεται κανένας λάρυγγας και χανόμασταν. Τον έγδυσα να δω αν τον είχε τσιμπήσει τίποτα. Κανένα σημάδι. Εντωμεταξύ, αυτός να έχει πανικοβληθεί, να με ρωτάει και να με ξαναρωτάει τι έχει, ανεβοκατεβάζοντας τα τεράστια φουσκωτά χείλη του και να παρουσιάζει ένα τόσο αστείο θέαμα που ντρέπομαι με τον εαυτό μου αλλά με έπιασε νευρικό γέλιο. Ήταν σαν να βλέπεις το Ντόναλντ να φωνάζει.

Τον πήρα και πήγαμε και χτυπήσαμε στον η-πόρτα-μου-είναι-πάντα-ανοιχτή-για-εσάς-ό,τι-ώρα-θέλετε αξιωματικό υπηρεσίας για να τον πάμε σε ένα νοσοκομείο. Μετά από 5 λεπτά ο αξιωματικός στραβοξυπνημένος ανοίγει, του εξηγούμε ότι προέκυψε ένα ιατρικό επείγον κι εκείνος μας απαντάει εξοργισμένος: «Τέτοια ώρα βρήκατε γαμώ την πουτάνα μου?»!!!!

Τελικά, το παλικάρι το πήγαμε στο νοσοκομείο γιατί δεν είχα ούτε αντιισταμινικά ούτε κορτιζόνη ούτε δυνατότητα να του βάλω ορό. Στο νοσοκομείο τον περιποιήθηκαν, του χορήγησαν όσα έπρεπε και όπως τελικά όπως απεδείχθη τον είχε τσιμπήσει κάτι ακριβώς στο άνω χείλος του. Βγήκε ελεύθερος υπηρεσίας για 2 μέρες και ήταν μια χαρά.

Γενικά η πλειοψηφία των στρατιωτικών ήταν στο επίπεδο του άνωθεν αξιωματικού υπηρεσίας.  Κομπλεξικοί αγράμματοι τεμπέληδες που βγάζουν τα γούστα τους στα παιδάκια που μπαίνουν φαντάροι. Οι καλοί στρατιωτικοί που συνάντησα σε όλη μου τη θητεία αν τους προσθέσω θα βγάλουν μονοψήφιο νούμερο. Οι περισσότεροι ήταν ψευτο-νταήδες, φιλο-χρυσαυγίτες, απαίδευτοι μοναχικοί κακομοίρηδες. Άλλοι ερχόντουσαν μπεκρουλιασμένοι και πηδούσαν την πύλη ξημερώματα για να μπουν μέσα, άλλοι τα έπιναν μόνοι τους στο στρατόπεδο όπου και κοιμόντουσαν, παρακαλώντας για λίγη παρέα από κάποιο φανταράκι το οποίο οι ίδιοι είχαν τραμπουκίσει την προηγούμενη μέρα, ενώ αν ψυλλιάζονταν ότι κάποιος φαντάρος έχει λεφτά τον έγλυφαν μπας και ποτιστούν μαζί με το βασιλικό.

Οι γάτες πιο καλά μπορούσαν να συνεννοηθούν με τους σκύλους απ'ότι οι φαντάροι με τους καραβανάδες. Εδώ είναι το γατάκι της παραπάνω φωτογραφίας, μια απόδειξη ότι ο ρατσισμός δεν υπάρχει έμφυτος στα πλάσματα της γης. Μεγαλώνοντας, θα διαβρωθεί από τη σάπια κοινωνία και θα μάθει να μισεί τα σκυλιά.

Ο χειρότερος άνθρωπος που συνάντησα σε όλο το στράτευμα ήταν ο ταγματάρχης μας, ο διοικητής της πυροβολαρχίας στην οποία βρισκόμουν. Μου θύμιζε σε όλα του τον στρατηγό Μπαλαφάρα που είχε περιγράψει ο Στρατής Μυριβήλης στο Η Ζωή Εν Τάφω (ένα πολεμικό ρομαντικό μυθιστόρημα που μου είχε πάρει το κορίτσι για να διαβάζω στο στρατό). Ο ταγματάρχης Μπαλαφάρας, θα τον λέω έτσι, δεν ανήκε στην κατηγορία των απαίδευτων, είχε βγάλει τη σχολή Ευελπίδων και φαινόταν μορφωμένος από τον τρόπο που χειριζόταν τον λόγο. Πριν με κατηγορήσει κάποιος για προσωπική βεντέτα, να τονίσω ότι ποτέ δεν με πείραξε εμένα προσωπικά, ούτε ασχολήθηκε μαζί μου, ούτε αυτός ούτε κανείς. Τον γιατρό δεν τον πειράζει κανείς. Ίσα ίσα σε προσωπικό πρόβλημα υγείας του πατέρα του, του έδωσα συμβουλές χωρίς κανένα δισταγμό. Και μόνο η παρουσία του όμως σαν ανώτατη αρχή στο στρατόπεδο, ο τρόπος που μιλούσε στις καθημερινές αναφορές της πυροβολαρχίας και γενικά όλη του η στάση ήταν για φτύσιμο.

Κατ’αρχάς ο συγκεκριμένος ταγματάρχης είχε μια ακατανόητη εμμονή με το αντρικό μόριο. Δεν υπήρξε αναφορά που να μην χρησιμοποιούσε έστω και μία φορά κάποια από τις λέξεις πούτσο, αρχίδια, πέος. Το «στ’αρχίδια μου» το έλεγε με την ίδια συχνότητα που ο μέσος άνθρωπος λέει γεια. Και αυτό συνοδευόταν πάντα με τη χειρονομία προς τους όρχεις του, μην τυχόν και κάποιος δεν κοιτάξει προς το πέος του. Κάποιος ψυχολόγος ίσως έλεγε ότι η εμμονή αυτή να προβάλλει το μόριό του πηγάζει αντισταθμιστικά από κάποιο κόμπλεξ κατωτερότητας προς αυτό το σημείο… αλλά δεν είμαι ψυχολόγος δε μπορώ να ξέρω.

Αν τον συναντούσες σε κάποιο σημείο του στρατοπέδου και είχες την κακή ιδέα να του ευχηθείς καλημέρα, θα σε κατσάδιαζε επειδή του απεύθυνες τον λόγο, κάτι που προφανώς δε μπορούσε να κάνει ένας απλός τιποτένιος στρατιώτης. Εκτός από μεγαλομανής και φαλλοκράτης ήταν και μισογύνης. Συνεχώς αναφερόταν στις γυναίκες σεξιστικά: «θέλετε άδειες για να ρίχνετε πούτσους στις γκόμενες σας», «φλώρεψαν τα σκοινάκια όταν άρχισαν να έρχονται γυναίκες, ήθελαν νερό να πλένουν τις μούνες τους» και κάτι τέτοια τελείως ανάρμοστα για να τα ακούνε 18χρονα φανταράκια.  Σε μια άλλη πυροβολαρχία εκείνη την περίοδο αυτοκτόνησε ένα παλικαράκι, κι ο ταγματάρχης μας χωρίς να έχει ενημερωθεί για τα αίτια, χωρίς να έχει βγει κανένα επίσημο πόρισμα και χωρίς να ξέρει το παιδί που αυτοκτόνησε έσπευσε να δηλώσει στην πρωινή μας αναφορά μας ότι «σκοτώθηκε για ένα μουνί, ο μαλάκας» και μετά άρχισε ένα λογύδριο για το πώς «τα μουνιά είναι ασήμαντα και πως πρέπει να τα γράφουμε στα αρχίδια μας» προσπαθώντας να αποδώσει το θάνατο του παιδιού σε ερωτική απογοήτευση και να αποποιηθεί κάθε ευθύνης σαν στρατιωτικός. Κάποιος ψυχολόγος ίσως έλεγε ότι αυτή του η απέχθεια προς το άλλο φύλο πηγάζει από ένα κρυφό θαυμασμό ή μια καταπιεσμένη επιθυμία για ταύτιση με το άλλο φύλλο αλλά δεν είμαι ψυχολόγος δε μπορώ να ξέρω, αλλά μάλλον ήταν πούστης.

Το ακριβώς αντίθετο αυτού του ταγματάρχη ήταν ένας λοχαγός που είχαμε. Το πρώτο πράγμα που μας είπε μόλις φτάσαμε στο στρατόπεδο ήταν ότι ο στρατός είναι ένα θέατρο και ότι αυτούς τους 9 μήνες θα δώσουμε μια παράσταση. Του δήθεν καλού και υπάκουου στρατιώτη, που χαιρετά ανωτέρους, κάνει σωστά επ’ώμου και φωνάζει δυνατά «Αλτ τις ει» και «Μάλιστα». Σε κάθε υπηρεσία του αυτός ο λοχαγός ήταν μεθυσμένος, κυκλοφορούσε πάντα κρατώντας ένα μπουκαλάκι νερό που μέσα είχε τσίπουρο, μας έβαζε να κάνουμε καψώνια-παρωδίες, μας πείραζε και στο τσακίρ κέφι έδινε καμιά γεμιστήρα σε κανέναν να πυροβολήσει στον αέρα για πλάκα. Πώς δεν σκοτώθηκε κανένας φαντάρος όποτε είχε υπηρεσία ακόμα δεν το έχω καταλάβει.

Τουλάχιστον είχαμε ωραία θέα, δε μπορείς να πεις.

Σε γενικές γραμμές σε εκείνη την πυροβολαρχία ήταν καλά, μπορεί οι παλιοί να κανόνιζαν να κάνουμε αγγαρείες μόνο εμείς οι νέοι, μπορεί τα περισσότερα στελέχη να ήταν για τον μπούτσο (όπως θα έλεγε κι ο ταγματάρχης Μπαλαφάρας δείχνοντας ταυτόχρονα το μόριό του) αλλά δεθήκαμε τόσο πολύ με μερικά πολύ αξιόλογα παιδιά που έχω πάρα πολλά θετικά πράγματα να θυμάμαι. Είχα μπει γραφέας, είχαμε ωραία σουβλατζίδικα που μας έφερναν ντελίβερι στην περιοχή, ασκούσα και την ιατρική μου, τους έκανα μέχρι και μάθημα πρώτων βοηθειών, οπότε δεν είχα κάτι να παραπονιέμαι.

Πάνω που συνήθιζα και έβρισκα τις ισορροπίες μου ήρθε σήμα για μετάθεση.


3. Η μετάθεση στην πυροβολαρχία διοικήσεως.

Η θητεία μου δεν έμελλε να κλείσει  σε εκείνη την πυροβολαρχία. Στα μέσα περίπου της θητείας ένα μεσημέρι εντελώς απροειδοποίητα δόθηκε εντολή να κατέβω μαζί με άλλα δύο άτομα στην πυροβολαρχία διοικήσεως. Η πυροβολαρχία διοικήσεως είναι η κεντρική πυροβολαρχία για να στο δώσω να το καταλάβεις, από την οποία βγαίνουν οι εντολές για τις υπόλοιπες 4 πυροβολαρχίες σε μία εκ των οποίων βρισκόμουν μέχρι πρότινος.

Πήγαμε στο καινούργιο στρατόπεδο με βαριά καρδιά εγώ και άλλοι δύο, ήμασταν ξενερωμένοι γιατί πάνω που είχαμε τακτοποιηθεί και συνηθίσει μας μετέφεραν σε νέο μέρος με νέα άτομα. Είχα άγχος για το τι θα αντιμετωπίζαμε. Γρήγορα όμως συνειδητοποίησα ότι το μέλλον διαγραφόταν θετικό για μένα. Η φήμη μου για τις ιατρικές μου υπηρεσίες είχε φτάσει μέχρι το νέο μας μεγάλο στρατόπεδο κι επειδή ο παλιός γιατρός απολυόταν από το ιατρείο (το νέο στρατόπεδο είχε και ιατρείο) είχαν καλέσει εμένα να τον αντικαταστήσω.

Ταράν ταράαααν...! ΤΟ ΙΑΤΡΕΙΟ.

Οπότε από εκεί που κοιμόμουν σε ένα θάλαμο με άλλα 20 άτομα, χρησιμοποιούσα κοινές τούρκικες τουαλέτες, έκανα αγγαρείες και είχα φαρμακείο κάτω από το κρεβάτι μου το οποίο χρηματοδοτούσα από την τσέπη μου, βρέθηκα σε ένα bungalow μόνο δικό μου (γιατί τα ιατρεία ήταν σε ξεχωριστό κτίριο όπου δεν επιτρεπόταν να μένει κανείς άλλος), να κοιμάμαι σε δικό μου δωμάτιο, με καθαρό κρεβάτι, γραφείο, ασύρματο τηλέφωνο, δεύτερο γραφείο με υπολογιστή,  τουαλέτα με κάθισμα, προσωπική ντουζιέρα και πρόσβαση σε ένα πλήρως εξοπλισμένο φαρμακείο.



Ναι, καλά βλέπεις, είχα φέρει λάπτοπ. Δε μπορούσαν να έβαζαν και ένα ρημαδο wi-fi? Πολλά ζητάω?

Εκεί ήταν καλύτερα κι από το σπίτι μου!

Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά ο ανώτερός μου στρατιωτικός γιατρός, στον οποίο θα λογοδοτούσα για όλα τα θέματα του ιατρείου ήταν μια συμπαθέστατη γιατρίνα υπολοχαγός, μάνα δύο παιδιών, γεμάτη μητρικά ένστικτα τα οποία πρόβαλλε και στους φαντάρους. Άκουγε την γκρίνια και τα προβλήματά τους, ήταν καλή σε βαθμό εκμετάλλευσης και δε χάλαγε χατίρι σε κανέναν. Γενικά ήταν από τους καλύτερους ανθρώπους του στρατοπέδου κι αυτό όχι επειδή ήταν γυναίκα.

Και ω ναι, μετακινιόμουν με αυτό. Όποτε γινόντουσαν βολές και χρειαζόντουσαν γιατρό παρόντα για λόγους ασφαλείας, με πήγαιναν βολτίτσα με αυτή την τζιπάρα. Πείτε μου πού υπογράφω για να γίνω μόνιμος στο στρατό?

Στο ιατρείο λοιπόν σε αυτό το κεντρικό στρατόπεδο ασχολιόμουν με τα ιατρικά θέματα που προέκυπταν και από τις 5 πυροβολαρχίες. Όσα δε μπορούσα να τα αντιμετωπίσω στο αναρρωτήριο η υπίατρος κι εγώ τα παραπέμπαμε στην αρμόδια κλινική του 401. Ήταν εντυπωσιακό το πόσο πολλά προβλήματα υγείας παρουσίαζαν οι φαντάροι, νέα υγιή παιδιά υποτίθεται. Τα μισά από τα προβλήματα υγείας, μεταξύ μας, ήταν μούφα, μια απλή δικαιολογία για να λουφάρουν και να τσιμπήσουν αναρρωτικές άδειες.

Αν κάποιος ήθελε να βγει ελεύθερος ξυρίσματος η συνήθης διάγνωση ήταν ψευδοθυλακίτιδα γενείου. Το έγραφα σαν διάγνωση στο βιβλίο ασθενών, του έδινα και ένα αποδεικτικό χαρτάκι για να το κουβαλάει μαζί του ο φαντάρος και απολάμβανε τα γένια του χωρίς να μπορεί να του πει τίποτα κανένας καραβανάς. Για να γλιτώσει κάποιος το κράνος είχαμε εφεύρει τη σμηγματορροική δερματίτιδα. Φαντασία να έχεις και καλή γνώση της νοσολογίας και μπορούσες να γλιτώσεις τον οποιοδήποτε από το οτιδήποτε.

Από τις αληθινές ασθένειες πονόλαιμους, στομαχόπονους, διάρροιες, ιώσεις, όλα τα αντιμετωπίζαμε στο αναρρωτήριο του ιατρείου, είχαμε τα μέσα να βάλουμε ορό, κορτιζόνες, αντισταμινικά, σιτρονέλα για τα κουνούπια, τα πάντα. Ήταν γενικά ό,τι έπρεπε για να εξασκήσω όλα όσα είχα μάθει στην πράξη. Την πρώτη βδομάδα που είχα κατέβει σαν γιατρός εκεί στο κεντρικό στρατόπεδο, πήρα το βάπτισμα του πυρός με ένα ατύχημα. Ένας λοχίας κοπάνησε το κεφάλι του σε ένα τσίγκο καθώς κατέβαινε από το βοθρατζίδικο και σκίστηκε το μισό κούτελο. Η υπίατρος έλειπε και κλήθηκα να αντιμετωπίσω μόνος μου το περιστατικό. Το αξιολόγησα, του περίδεσα το τραύμα, τον έφερα στο ιατρείο να του κάνω ράμματα και συνεννοήθηκα με την κίνηση να τον μεταφέρουμε στο 401 να κάνει μια ακτινογραφία.

Είχα δισταγμούς να κάνω τα ράμματα, η τελευταία φορά που είχα κάνει ήταν σε μια κλινική της χειρουργικής του λαϊκού πριν 2 χρόνια σε χαλαρό κλίμα και υπό την επίβλεψη του καθηγητή, όχι με έναν ματωμένο από κάτω να σφαδάζει. Οι δισταγμοί εξαφανίστηκαν όταν βρήκα το κιτ ραμμάτων καταχωνιασμένο σε μια γωνιά στην αποθήκη. Ήταν αρχαίο και μες στη σκόνη κι ο τραυματίας θα ήταν πολύ πιο ασφαλής αν κόλλαγα τα χείλη του τραύματος με σελοτέιπ. Αρκέστηκα να δέσω την πληγή πιο σφιχτά για να μην υπάρχει αιμορραγία και τον συνόδευσα μέχρι το 401 για να του τα κάνουν εκεί.

Ευτυχώς άλλα ατυχήματα τέτοιου είδους δεν είχαμε για να χρειαστεί να εξασκήσω την κοπτοραπτική των ραμμάτων, μόνο ένα σπασμένο χέρι από ένα φαντάρο που ενώ έκανε αγγαρεία με το χλοοκοπτικό βιαζόταν να πάει να ντυθεί για να φύγει για την έξοδό του  και μπουρδουκλώθηκε και τσακίστηκε στα φρεσκοκουρεμένα χορτάρια, και δυο σπασμένα πόδια ενός λοχία που ανέβηκε σε ένα αποθηκάκι να αλλάξει μια λάμπα κι έπεσε και τσακίστηκε.

Να σου γνωρίσω τον Λευτέρη, το πιο χαδιάρικο και χαζό σκυλί της υφηλίου. Ήταν τόσο χαζός και χαδιάρης που μπορεί εσύ να έχεις πάρει φόρα για να κλωτσήσεις μια μπάλα ποδοσφαίρου με όλη σου τη δύναμη κι αυτός να μπει ανάμεσα στο πόδι σου και την μπάλα γιατί νόμιζε ότι ήθελες να τον χαιδέψεις. Η μοναδική φορά που δεν καθόταν να τον αγγίξεις ήταν όταν επρόκειτο να του ρίξει κάποιος σταγόνες για ψύλλους. Επιπλέον, τρέμει τις γάτες.


Σημείωση: Το λεξικό του στρατού.

Για να μπορέσουμε να συνεχίσουμε την κουβέντα οφείλω εδώ να παραθέσω σαν σημείωση μερικές λέξεις από το λεξικό του στρατού για να γίνουν πιο κατανοητά όσα διαβάσεις στη συνέχεια.

Γιωτάς: Αυτός που για κάποιον ιατρικό λόγο κρίνεται σαν Ι3, Ι4 ή Ι2 άοπλο.Οι γιωτάδες είναι πάντα άοπλοι και χρησιμεύουν σε υπηρεσίες όπως θαλαμοφύλακες, κάμερες, για διαφόρων ειδών αγγαρείες ενώ πολλές φορές αποκλείονται ακόμα κι από  τις πιο απλές υπηρεσίες αν για παράδειγμα η πάθησή τους απαγορεύει την ορθοστασία.  Άλλα παράγωγα της λέξης είναι το  γιωτόμπαλο (παρόμοιας σημασίας με τον γιωτά) και ο γιωτομπαλάρας(μεγάλος γιωτάς).

Το σύνθημα «γιώτα, γιώτα ζωή και κότα» είναι μεγάλη αλήθεια. Όλη η δυσκολία του στρατού είναι οι σκοπιές, αν κάποιος μπορεί και τις γλιτώσει, γλιτώνει τη μισή θητεία. Ένας γιωτάς λίγο πριν απολυθώ μου εκμυστηρεύτηκε ότι όταν του έκαναν το ακουόγραμμα τη μέρα της κατάταξης, προσποιήθηκε ότι δεν άκουγε. Του έβγαλαν 80% κώφωση δε μπορούσε να κουβαλήσει όπλο και το υπόλοιπο της θητείας του το έβγαλε κάνοντας μόνο θαλαμοφυλίκια και βάφοντας. Επειδή ήμασταν και συνονόματοι, όταν φώναζε κάποιος «Βασίλη!», γύριζε πρώτος αυτός και μετά εγώ, είχε πιο καλή ακοή κι απ’τον Daredevil.

Κούμπωμα: Κούμπωμα κάνει κάποιος που παίρνει πολλές μέρες αναρρωτική άδεια, συνήθως για ψεύτικους λόγους. Η αρχική προέλευση του όρου προήλθε από αυτούς που έπαιρναν ολιγοήμερη άδεια ή έξοδο, προσποιούνταν ότι αρρώστησαν στην έξοδό τους, πήγαιναν στο 401 και μετά γυρνούσαν με ένα μήνα αναρρωτική, «κούμπωσαν» δηλαδή κι άλλες μέρες άδεια στις ήδη υπάρχουσες. Ο όρος γενικεύτηκε αργότερα για όλους αυτούς που παίρνουν αναρρωτικές.

Σκάτωμα: Όταν σε κατσαδιάζει κάποιος ανώτερος για παραπάνω από δύο λεπτά. Παράδειγμα: έφαγε τρελό σκάτωμα ο Μπιτζιμπιτζίδης από τον Λοχία.

Μου γάμησε την ψυχολογία: Αναφέρεται στις επιδράσεις που έχει ένα σκάτωμα στην ψυχολογία ενός φαντάρου. Παράδειγμα: ο Λοχίας γάμησε την ψυχολογία του Μπιτζιμπιτζίδη με το σκάτωμα που του έριξε. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σαν απειλή. Λοχίας: «Μπιτζιμπιτζίδη θα σου γαμήσω την ψυχολογία με το σκάτωμα που θα φας ρε γιωτά!».

Γλέντι: Όταν κάποιος σε σκατώνει ή σε χώνει σε αγγαρείες ή γενικά σε βάζει να κάνεις πράγματα που δε θέλεις και που μπορεί ενδεχομένως να σου γαμήσουν και την ψυχολογία. Παράδειγμα: Γερμανικό νούμερο σήμερα ενώ περίμενα έξοδο? Αυτό είναι μεγάλο γλέντι!
Τα τρία στάδια του γλεντιού είναι: 1.Να σε γλεντάνε. 2. Να γλεντάς άλλους. 3 Να γλεντιέσαι μόνος σου.


2. Ο στρατός σαν μια μικρογραφία της κοινωνίας.

Το να είσαι γιατρός σε ένα στρατόπεδο και μάλιστα βυσματικό όπως ήταν το συγκεκριμένο παρουσίαζε άλλου είδους προβλήματα. Όλοι οι φαντάροι ερχόντουσαν και ζητούσαν παραπεμπτικά για το 401 με δικαιολογία ανύπαρκτες ασθένειες μόνο και μόνο για να σταλούν στο 401 κι από εκεί να τσιμπήσουν μίνιμουμ 15 μέρες αναρρωτική άδεια με μια απλή συνεννόηση με το βύσμα τους. Άλλοι πιο θρασείς έκαναν εισαγωγή στο 401 όπου έμεναν δήθεν σαν ασθενείς πάντα σε συνεννόηση με βύσμα και το μόνο που έκαναν ήταν να είναι αραχτοί σε ένα κρεβάτι. Αυτοί ήταν οι λεγόμενοι «γάτοι», άτομα υγιέστατα που απλά διαμένουν στο νοσοκομείο για να περάσουν τη θητεία τους ξάπλα σε ένα κρεβάτι.

Αυτό παρουσίαζε τα εξής προβλήματα για μένα. Αν έκανα το χατήρι σε κάθε φαντάρο και τον έστελνα στο νοσοκομείο αυτό σημαίνει ότι το στρατόπεδο θα άδειαζε από φαντάρους και θα έμενα μόνο εγώ να κάνω τις σκοπιές. Επιπλέον ο διοικητής του στρατοπέδου και παράλληλα και των άλλων 5 πυροβολαρχιών, ανώτερος κι από τον ταγματάρχη Μπαλαφάρα, είχε ψυλλιαστεί την απάτη και σκάναρε κάθε παραπεμπτικό για το πόσο έγκυρη είναι η διάγνωση και πόσο πιθανό να την έχει ο εν λόγω στρατιώτης. Οπότε δε μπορούσα να στέλνω για αναρρωτικές τον οποιοδήποτε και να εκτίθεμαι εγώ για τον κάθε λουφαδόρο. Άσε που τα προνόμια του ιατρείου ήταν πολύ γλυκά και δεν ήθελα να τα χάσω.

Η αμορφωσιά βάραγε κόκκινο. Όταν έγραψα "ΝΑ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΕΙΤΑΙ ΜΕ ΦΕΙΔΩ" πάνω στα μπουκαλάκια σιτρονέλας(εντομοαπωθητικό) επειδή είχα περιορισμένο αριθμό στο φαρμακείο του ιατρείου και τα οποία είχα αφήσει στην πύλη για να μη γαζώνουν τα κουνούπια τους σκοπούς, δεν τα άγγιξε κανείς -ενώ συνήθως τα κατανάλωναν με το λίτρο. Υποψιάζομαι ότι δε γνώριζαν τι σημαίνει η λέξη και δε ρίσκαραν να τα χρησιμοποιήσουν χωρίς αυτή την άγνωστη "φειδώ".

Το τι θέατρο είδα στο ιατρείο δε λέγεται. Ένας παπάρας μας είχε ζαλίσει τον έρωτα ότι δήθεν φτύνει αίμα και πρέπει να τον στείλουμε στο πνευμονολογικό για εξετάσεις (το κάπνισμα δεν το σταμάταγε τον καιρό της δήθεν αιμόπτυσης), άλλος ότι δήθεν χτύπησε το γόνατο του σε μια περιπολία κι ότι χρειάζεται φυσικοθεραπείες κάθε μέρα (στην πρώτη του άδεια ανέβασε φωτό στο facebook να παίζει ποδόσφαιρο), άλλος ότι είχε τενοντίτιδα και του έδωσαν ένα μήνα άδεια συν άλλο ένα μήνα να πηγαινοέρχεται για μασαζάκι-φυσικοθεραπείες, άλλος ότι είχε πρόβλημα με την καρδιά του(ήταν επαγγελματίας πιλότος εντωμεταξύ), σου λέω αυτό δεν ήταν στρατόπεδο, αλλά ο χώρος συγκέντρωσης των κουτσών και των στραβών του άγιου-Παντελεήμονα ή ακόμα καλύτερα ο θίασος για το νέο θεατρικό της Μιμής Ντενίση! Και κάθε ένας από αυτούς τους λεχρίτες που κατάφερναν και έπαιρναν τις αναρρωτικές έκοβε εξόδους και αύξανε τις υπηρεσίες για εμάς που μέναμε πίσω στο στρατόπεδο.

Αυτή η λογική των φαντάρων στο στρατό, νέων παιδιών υποτίθεται, είναι που γκρέμισε κάθε ελπίδα μου για αυτή τη χώρα. Η συντριπτική πλειοψηφία κοιτούσαν πώς να βολευτούν οι ίδιοι, με λαμογιές,  ψέματα και τηλέφωνα των βυσμάτων στο διοικητή αδιαφορώντας πλήρως για τα άμεσα προβλήματα που προκαλούσαν στους υπόλοιπους.

Ο διοικητής αυτού του στρατοπέδου ήταν διοικητής όλως των πυροβολαρχιών και όσο ήμουν στην προηγούμενη μικρή πυροβολαρχία είχε αποκτήσει μια μυθική υπόσταση στα μάτια μου. Κάθε φορά που μας επισκεπτόταν κάναμε αγγαρείες μια βδομάδα πιο πριν για να τα δει όλα καθαρά κι έτοιμα. Ό,τι διέταζε αυτός, δε μπορούσε να το αμφισβητήσει ούτε ο ταγματάρχης Μπαλαφάρας. Με αυτή τη μυθική περσόνα η πρώτη μας συνάντηση έγινε ως εξής.

Δεύτερη μου μέρα σαν γιατρός στο νέο στρατόπεδο, πηγαίνω στο γραφείο του διοικητή να του δώσω την ημερήσια αναφορά ιατρού, ένα έγγραφο που έλεγε αναλυτικά ποιους έχουμε νοσηλευόμενους στο αναρρωτήριο, ποιους στο 401, ποιοι είναι ελεύθεροι υπηρεσίας και ποιους σκοπεύουμε να στείλουμε για εξετάσεις, ενώ έπρεπε να του δώσω και μερικά παραπεμπτικά για το 401 να τα υπογράψει. Ο διοικητής ένας πολύ ξύπνιος και κοινωνικός άνθρωπος, με πονηρά χαρακτηριστικά προσώπου και ένα μόνιμο χαμόγελο που ποτέ δεν ξέρεις τι κρύβει από πίσω, μου έπιασε την κουβέντα. Τυπικούρες, αν προέρχομαι από οικογένεια γιατρών, πού σπούδασα, τι ειδικότητα θέλω να ακολουθήσω και τέτοια. Είπα εκεί μια ειδικότητα, αστειεύτηκε αυτός ότι τώρα μόνο οι πλαστικοί χειρουργοί έχουν πολύ χρήμα κι εκείνη τη στιγμή εγώ είχα τη χαζή ιδέα να το παίξω και καλά σούπερ ντούπερ γιατράρα οπότε του πέταξα κάτι του στυλ ο πλαστικός δεν ασκεί σοβαρή ιατρική κι εγώ δεν πάω για τα λεφτά αλλά θέλω να νιώθω ότι προσφέρω και να σώζω ανθρώπους και άλλες τέτοιες παπάτζες.

Πριν με κρίνεις να σου θυμίσω ότι μιλούσα σε ένα υποτιθέμενο μυθικό πρόσωπο κι ότι δυστυχώς η μικροπρέπεια κι η ασημαντότητα του στρατού με είχε επηρεάσει και μέχρι τότε δεν ήξερα αν θα είμαι μόνιμος στο ιατρείο ή όχι γι’αυτό άρχισα τέτοιες αηδίες και γαλιφιές για να σχηματίσω καλή εντύπωση. Ο διοικητής αφού άκουσε τις παπαριές μου για το τι φοβερός είμαι, μου λέει «μπράβο παιδί μου, μπράβο» και απλώνει το χέρι του. Εγώ, στην κοσμάρα μου απλώνω το δικό μου και κάνω να του το σφίξω γιατί νόμισα ότι μου το έτεινε σαν συγχαρητήρια… αυτός όμως ήθελε απλά να πάρει τα παραπεμπτικά… Όταν οι παλάμες μας μόλις είχαν αγγιχτεί, συνειδητοποίησα την μαλακία μου, τράβηξα το χέρι μου, αυτός αμήχανα ξερόβηξε «εχμ τα παραπεμπτικά δώσε να υπογράψω» του ψέλισα «ωχ συγνώμη νόμισα, εχμ χε…» κι έφυγα.

Τώρα θα μου πεις σιγά, πήγες να του πιάσεις το χέρι και τι έγινε, λάβε κατά νου όμως ότι στο στρατό μερικά πράγματα δεν έχουν την ίδια βαρύτητα όπως έξω στην κανονική ζωή. Όσοι έμπαιναν στο γραφείο του διοικητή εκτός του ότι έπρεπε να είναι στην τρίχα, γυαλισμένοι, ξυρισμένοι και κορδωμένοι, δεν επιτρεπόταν καν  να του γυρίσουν την πλάτη φεύγοντας. Απομακρύνονταν από το γραφείο του με την όπισθεν. Χωρίς υπερβολή, την απόσταση από το γραφείο του μέχρι την πόρτα ήσουν υποχρεωμένος να την κάνεις οπισθοχωρώντας.  Ένας φαντάρος που είχε αποφασίσει να το πάρει με την όπισθεν όπως όλοι, μπερδεύτηκε έχασε την πόρτα, έφυγε δεξιά και κοπάνησε στη βιβλιοθήκη του διοικητή. Ο ταγματάρχης Μπαλαφάρας δε μας επέτρεπε να του λέμε καλημέρα, πόσω μάλλον δεν επιτρεπόταν να χαϊδεύουμε παλάμες ανωτέρων του.

Μετά από αυτό το τρυφερό ενσταντανέ η καθημερινή μας επαφή ξέφευγε των τυπικών και συζητούσαμε διάφορα, που πολλές φορές κατέληγαν σε ωραίες συζητήσεις. Μια φορά μου εκμυστηρεύτηκε ότι βλέπει τον εαυτό του σαν τον βουλευτή Καλοχαιρέτα από μια παλιά κωμωδία το «Φτώχεια και Αριστοκρατία» που δεν έχω δει ποτέ στη ζωή μου. Αυτό γιατί τον έπαιρναν καθημερινά τηλέφωνο τα βύσματα των καλομαθημένων φαντάρων με διάφορα αιτήματα για προνομιακή αντιμετώπιση κι αυτός συνέχεια προσπαθούσε να μην κακοκαρδίσει κανέναν, όχι βέβαια επειδή δεν ήθελε να τους στεναχωρήσει αλλά επειδή ήταν στυγνός δημοσιοσχετίστας και ήθελε να ανέβει κι άλλο στην ιεραρχία των στρατιωτικών αξιωμάτων.


1. O French και ο Curly.

Στο ιατρείο κανα μήνα αφότου κατέβηκα εγώ έστειλαν κι άλλο ένα φαντάρο να το στελεχώσει. Ένα νοσηλευτή, που θα τον ονομάσω French. Στην αρχή ήμουν επιφυλακτικός μαζί του γιατί ήταν ένα ντερέκι πιο γομάρι από τον αδερφό μου και μου φαινόταν κάπως άγριος και δυσπρόσιτος, αλλά αποδείχτηκε μια από τις καλύτερες γνωριμίες που έκανα στο στρατό. Ο French από την αρχή της γνωριμίας μας έβγαζε μια αδερφική  προστατευτικότητα απέναντί μου. Έδειχνε ανεκτικότητα στην ακαταστασία μου ή στη βαρεμάρα μου να καθαρίσω κάποιες φορές τους κοινούς μας χώρους, αναλάμβανε εθελοντικά δυσάρεστες αγγαρείες κι άφηνε εμένα πίσω να απαντάω τα τηλέφωνα του ιατρείου, δεν είχε απαιτήσει ούτε μία φορά να κοιμηθεί αυτός στο προσωπικό δωμάτιο στο οποίο κοιμόμουν αλλά κοιμόταν στο αναρρωτήριο παρέα με τον εκάστοτε άρρωστο που προσέχαμε και γενικά ήταν τέτοιος τύπος.

Επίσης έπαιζε και μπουζούκι. Τον είχα πιάσει μια φορά να παίζει Παντελίδη μπροστά στο λάπτοπ του το οποίο έπαιζε Παντελίδη στο youtube ο οποίος Παντελίδης έπαιζε μπουζούκι μπροστά από το δικό του λάπτοπ. Παντελίδης inception.

Επιπλέον έφερνε συνέχεια παγωτά ή γλυκά στο ιατρείο, χωρίς να διαμαρτύρεται όταν του τα εξαφάνιζα, ενώ είχε εγκαταστήσει αυτή την υπεργαμάτη καφετιέρα που διαφημίζει κι ο Κλούνει και κάθε πρωί πίναμε καφέ σαν Qυρίες.


Τον French τον έκαναν Υποδεκανέα γιατί ίσως καλόπιανε τον διοικητή Καλοχαιρέτα λίγο παραπάνω απ’όσο αντέχει κάποιος χωρίς να ξεράσει, αλλά νταξ όλοι έχουμε τα ελαττώματα μας.

Ένας άλλος μόνιμος θαμώνας που είχαμε στο ιατρείο ήταν ένα παλικάρι το οποίο κατά δήλωση δική του και ενός νευρολόγου του 401 παρουσίαζε αθροιστικές κεφαλαλγίες. Είχε δηλαδή συχνούς πονοκεφάλους τόσο έντονους που δε μπορούσε να κάνει καμία υπηρεσία. Ανά πάσα στιγμή μπορεί να τον έπιανε πόνος και έτρεχε στη φιάλη οξυγόνου που είχαμε στο ιατρείο για να σνιφάρει O2 γιατί μόνο έτσι του περνούσε. Όλη μέρα τον είχαμε στο αναρρωτήριο, άκουγε μουσική, έβλεπε ταινίες, κάπνιζε και πού και πού βοηθούσε στα μαγειρεία. Οι πονοκέφαλοι δεν είναι μετρήσιμο είδος, δε μπορείς να εξακριβώσεις αν κάποιος έχει όντως, κι ακόμα μέχρι σήμερα δεν έχω καταλήξει αν αυτό το παιδί πονούσε ή απλά ήταν αποφασισμένος να παίξει θέατρο για 9 ολόκληρους μήνες. Την τελευταία μέρα που απολυθήκαμε μαζί και τα αφήναμε όλα πίσω μας τον ρώτησα να μου απαντήσει αν όντως τον έπιαναν πονοκέφαλοι ή αν μας δούλεψε ψιλό γαζί όλους. Μου απάντησε ότι τον έπιαναν. Δεν ξέρω ακόμα αν τον πιστεύω. Ήταν υπέροχη παρέα στα ιατρεία παρόλαυτα και έβαζε συχνά ροκιές στη διαπασών να τη σπάσει στα μπουζούκια του French.

Το αναρρωτήριο μας. Εδώ μέσα είχαν διεξαχθεί πολλές βραδιές με σουβλάκια, μπουζούκια και ταινίες.

Στο ιατρείο σύντομα προστέθηκε κι άλλος ένας ανώτερος εκτός από την υπίατρο. Ένας λοχαγός μικροβιολόγος. Είχε τις διαστάσεις του French στον σωματότυπο, και την καφρίλα αυτών που έγραψαν το American Pie. Προσπαθούσε να είναι τυπικός και απόμακρος με τους φαντάρους για να μην του πάρουν τον αέρα επειδή ήταν καινούργιος στο στρατόπεδο, αλλά με εμάς του ιατρείου ήταν κάφρος με την καλή έννοια. Το μόνο του ελάττωμα ήταν ότι έτρωγε τα γλυκά που άφηνε ο French πριν προλάβω να του τα φάω εγώ. Δύο στα δύο μου είχαν τύχει οι καλύτεροι ανώτεροι που θα μπορούσε να έχει φαντάρος.

Ένα από τα πρώτα άτομα με τα οποία δέσαμε στο νέο στρατόπεδο ήταν ο ας τον πούμε Curly. Τον άφησα τελευταίο για να του δώσω την  βαρύτητα που του αξίζει. Ο Curly ήταν δικηγόρος και είχε αναλάβει τη θέση του πρώτου γραφέα, είχε δηλαδή την αρμοδιότητα να βγάζει τις υπηρεσίες, να ισοκατανέμει τις εξόδους και να φροντίζει να παίρνουν όλοι τα υπηρεσιακά τους, όλα όσα αφορούσαν άμεσα τους φαντάρους. Σε ένα βυσματικό στρατόπεδο σαν το δικό μας, όπου σχεδόν ο κάθε φαντάρος πιστεύει ότι ο κόσμος του ανήκει, αυτό ήταν μια ανυπόφορη δουλειά γιατί πάντα κάποιος θα γκρίνιαζε γιατί τον έβαλες δεύτερο περίπολο ή γιατί δεν έχει έξοδο. Δύσκολη δουλειά αλλά αν μπορούσε κάποιος να την κάνει αυτός ήταν ο Curly.

Μπορούσε και έκανε τέλειο manipulation στον ανώτερό του λοχαγό ο οποίος τυπικά ήταν αυτός ο υπεύθυνος για τις υπηρεσίες μας, ενώ κατάφερε με μια επίκληση στο συναίσθημα της υπιάτρου να την κάνει να συνεννοηθεί με το διοικητή Καλοχαιρέτα και να αυξήσουν τα υπηρεσιακά μας από 5 ώρες σε 7. Από την αρχή της γνωριμίας μας ο Curly όντας και πιο παλιός δρούσε κι αυτός προστατευτικά απέναντί μου. Με έβαζε συνέχεια μαζί του σκοπιά, σε εύκολα νούμερα, δε μου χάλαγε ποτέ χατίρι όταν του ζητούσα να με βγάλει μέρες που με βόλευε, στα υπηρεσιακά κανόνιζε να βγαίνουμε πάντα μαζί για να με πηγαινοφέρνει με το αυτοκίνητό του, γενικά η ποιότητα της θητείας μου καλυτέρευσε κατά 100% από τη στιγμή που τον συνάντησα. Συνεχώς έπαιζε μπιλιάρδο στο καψιμί και το διέκοπτε μόνο για να μαζευτούμε και να φάμε σουβλάκια στα ιατρεία.

Όσο πάλιωνε τόσο έκανε ό,τι ήθελε, μιας και όλα σχεδόν περνούσαν από τα χέρια του. Όταν είχα ξεψαρώσει κι εγώ, κανονίζαμε δήθεν ότι θα πάμε για εξετάσεις στο 401 τα πρωινά, κολλάγαμε και υπηρεσιακές εξόδους στο καπάκι και την σκάγαμε από το στρατόπεδο για μια ολόκληρη μέρα. Προς το τέλος της θητείας του ο Curly επειδή τα πράγματα στο στρατόπεδο ήταν ζόρικα στο θέμα των εξόδων λόγω έλλειψης ατόμων κι επειδή ήθελε να πάρει όσες άδειες δικαιούνταν χωρίς να του στερήσουν καμία έγινε γάτος στο 401. Θυμάμαι για καμιά βδομάδα είχα πέσει σε κατάθλιψη όταν έφυγε.



Έτσι λοιπόν κύλησε η υπόλοιπη θητεία μου, με τον French και τον Curly να με προσέχουν, με πολλά σουβλάκια, με τα παιδιά από το ΚΕΠΥΚ και τον ασθενή με τις αθροιστικές κεφαλαλγίες να βλέπουμε ταινίες, και με πολύ σκοπέτο και έλλειψη ύπνου. Πόσο ύπνο στερήθηκα αυτούς τους 9 μήνες δε διανοείται ανθρώπινος νους. Ξέρεις τι είναι να γυρνάς από τη σκοπιά, να πέφτεις να κοιμηθείς γιατί έχεις μόνο δύο ώρες μέχρι το εγερτήριο και να σε παίρνουν τηλέφωνο από άλλη πυροβολαρχία να σε ρωτήσουν συμβουλή για ιατρικό επείγον? Απορώ με τα κουράγια μου όταν με ρώτησε φαντάρος σε τηλεφώνημα μες στη νύχτα αν έπρεπε να κατέβει στο ιατρείο επειδή τον έπιασε διάρροια και δεν του απάντησα ΕΛΑ ΕΔΩ ΝΑ ΣΟΥ ΔΕΣΩ ΤΟ ΕΝΤΕΡΟ ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΟ ΛΑΙΜΟ ΝΑ ΜΗΝ ΞΑΝΑΧΕΣΕΙΣ ΠΟΤΕ.

Αυτά τα όμορφα λοιπόν συνέβησαν στο στρατό. Προσωπικά, οι αναμνήσεις μου είναι οι περισσότερες ευχάριστες. Έκλεισα τη θητεία ακαμπάνιαστος και με καινούργιους φίλους. Μπορεί να υπήρχε γκρίνια, κούραση, αγγαρεία, αϋπνίες και σκοπιές, σκοπιές, σκοπιές αλλά οι ωραίες στιγμές ήταν περισσότερες. Αν τώρα αναρωτηθεί κανείς αν σε όλη μας τη θητεία αποκτήσαμε κάποια στοιχειώδη εκπαίδευση για να αμυνθούμε σε περίπτωση πολέμου με τους Τούρκους… στο λέω ξεκάθαρα, μας βλέπω γιουσουφάκια!



Υ.Γ.1 Πολύ μπλαμπλάνθρακα εξέπεμψα στην ατμόσφαιρα πάλι. Συγνώμη γι’αυτό, ορίστε ένα τραγουδάκι για να γλυκαθείς.


Υ.Γ.2 Λόγω της μεγάλης μου παρανοϊκής ανάγκης να διατηρηθεί η ανωνυμία μου στους αναγνώστες του blog(οι φωνές δε με αφήνουν) το ποστ αυτό ίσως δε διαβαστεί ποτέ από τα άτομα που αναφέρονται με ψευδώνυμα. Όπως και να’χει, για καθαρά προσωπικούς και αρχειακούς λόγους θέλω να πω ένα μεγάλο ευχαριστώ στους παρακάτω:

(επειδή θα αναφερθώ σε άτομα άγνωστα σε σένα, μπορείς να φύγεις από τώρα δεν έχει άλλο υστερόγραφο πιο κάτω. Σε ευχαριστώ για την ανάγνωση και θα τα ξαναπούμε σύντομα -αν και για να άντεξες να φτάσεις ως εδώ θα είσαι αρκετά μαζόχας να διαβάσεις και τα υπόλοιπα)

στο Σωτηράκη από την Πάρο που αν και μικρούλης με βοηθούσε με το λύσιμο του όπλου, με τα λουριά της εξάρτησης, με το λουκάνικο και με ο,τι άλλο χρειαζόμουν επειδή έπιαναν τα χέρια του σε αντίθεση με τα δικά μου. Ήταν ο καλύτερος συγκάτοικος στην άνω κουκέτα που είχα σε όλη μου τη θητεία.

στον ΚΕΠΥΚάριο με το μουστάκι που οι κοπέλες μας είχαν το ίδιο όνομα και έμοιαζαν ανησυχητικά πολύ, που ήταν ο πιο αστείος άνθρωπος που γνώρισα στο στρατό και που με φίλησε στο μάγουλο όταν ένα πρωί ήμουν θαλαμοφύλακας και τους ξύπνησα με το Knockin' on Heaven's doors από Guns and Roses.

στον υποχόνδριο και στον Plaf που κοιμόταν από πάνω του, την παρέα των οποίων δεν τη βαριόμουν ποτέ και που δεν πρόλαβα να τους το πω όταν με κατέβασαν στο νέο στρατόπεδο.

στον little King που αντικατέστησε τον Curly σαν γραφέας όταν ο τελευταίος «κούμπωσε» στο 401 και που ένα απόγευμα μου έφερε μια πάστα να τη μοιραστούμε.

στον δικηγόρο ασκούμενο σε μεγαλο-δικηγόρο που αντικατέστησε τον little King που είχε αντικαταστήσει τον Curly που έφαγε τον ποντικό που πήρε το φιτίλι μεσα απ'το καντίλι ντίλι ντιλ..ώπα λάθος, που έγινε κι αυτός γραφέας τελοσπάντων στη θέση των άλλων δύο όταν έφυγαν και μου διηγιόταν σοκαριστικές υποθέσεις του στη σκοπιά. Από τις λίγες φορές που δεν ήθελα να τελειώσει η υπηρεσία μας.

στον Pass που ήταν το πιο τακτικό και εργατικό παλικάρι που έχω γνωρίσει.

στον Manolo τον πολιτικό μηχανικό που μου έκανε μαθήματα μηχανικής τις βαρετές ώρες μέσα στο στάγκερ όταν μας πηγαινοέφερναν για εκπαίδευση. Επίσης για το ότι μου έμαθε το μυστικό να χρησιμοποιώ σωστά τις τούρκικες τουαλέτες.

στον ηχολήπτη ιατρικών συνεδρίων  που ήταν γεμάτος ευαισθησίες και καλοσύνη(αν και ποτέ δε βγαίνει σε καλό σε όποιον έχει πολύ και από τα δύο)

στον little Paul που ήταν πάντα μια χαλαρή και πολιτισμένη σταθερά στην καφρίλα του στρατοπέδου.

στον French που με πρόσεχε σαν μεγάλος αδερφός

στον Curly που ήταν και γαμώ τα άτομα (αν δεν έχει γίνει ήδη σαφές μέχρι τώρα)

και στο μαγαζί που μας έφερνε στην πύλη την πιο ευφυή παραλλαγή μπουγάτσας. Ένα κεσεδάκι με τραγανό φύλλο μπουγάτσας να καλύπτει μια αχνιστή γέμιση κρέμας και όλα αυτά λουσμένα με μισό κιλό μερέντα. Έλειπε μια πεντάλφα ζωγραφισμένη στο καπάκι για να γίνει το πιο αμαρτωλό πράγμα του κόσμου.


Τέλος και με τις ευχαριστίες. Αρκετά είπα δε νομίζεις? Μέχρι να τα ξαναπούμε εσύ μην ξεχνάς να χαμογελάς. Πώς αλλιώς περιμένεις να ομορφύνει ο κόσμος?